Η βία προς τα ζώα δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Αντίθετα φαίνεται πως σχετίζεται άμεσα με την βίαιη συμπεριφορά που μπορεί άνετα κάποιος να ασκήσει και σε ανθρώπους.
«Προσεγγίζοντας διεισδυτικά το φαινόμενο της βίας, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η κακοποίηση των ζώων δεν αποτελεί μια εγκληματική συμπεριφορά της σύγχρονης, μόνο, εποχής. Είναι φαινόμενο διαχρονικό και σύνηθες, απέναντι στο οποίο οι οργανωμένες κρατικές οντότητες και οι ανθρώπινες κοινωνίες καθυστέρησαν πολύ και μάλλον αδικαιολόγητα, να αντιδράσουν. Όπως, δυστυχώς, καθυστέρησαν να αντιληφθούν και για την υφιστάμενη συνάφεια μεταξύ της κακοποίησης των ζώων και της βίας που εκδηλώνεται σε βάρος παιδιών, γυναικών και ηλικιωμένων», επισημαίνει ο Αστυνομικός Διευθυντής Ηρακλείου Νίκος Χρυσάκης.
Ο Αξιωματικός της Αστυνομίας, που υπηρέτησε επί 22 χρόνια στο Λασίθι έχει μαζί με τους συνεργάτες του να επιδείξει ένα εξαιρετικά σοβαρό έργο γύρω από την προστασία των ζώων και την ανθρώπινη έκφραση βίας.
Ο ίδιος ξεκινά από τον πυρήνα του προβλήματος, τα παιδιά που μεγαλώνουμε ως γονείς και την τεράστια ευθύνη που φέρουμε οι ενήλικες.
Ο κ. Χρυσάκης τονίζει πως τα πρότυπα που προβάλλει η κοινωνία είναι πολλά και συχνά αντιφατικά μεταξύ τους. Στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης αυτής, αποτελεί κανόνα για την ανθρώπινη ανάπτυξη η διαδικασία της ταύτισης των μικρών με τους μεγάλους. Προς τούτο, έχει ευρέως υποστηριχθεί ότι τα παιδιά μαθαίνουν κοινωνικούς ρόλους υιοθετώντας ό,τι βλέπουν και ακούνε. Γονείς, δηλαδή, με επιθετική συμπεριφορά διδάσκουν τα παιδιά τους ότι η επιθετικότητα είναι το εργαλείο επίλυσης διαφορών και συγκρούσεων στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Έτσι, η συμπεριφορά των μεγάλων προς τα ζώα, η αντίληψή τους γι’ αυτά, η κουλτούρα τους και τα συστήματα αξιών για τη ζωή γενικότερα, επηρεάζουν τον τρόπο που τα ίδια τα παιδιά μαθαίνουν να φέρονται απέναντι στα ζώα.
«Ωστόσο», εξηγεί περαιτέρω ο κ. Χρυσάκης «το πιο κοινό σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι το πρότυπο που δίνει ο γονιός, χρησιμοποιώντας την κακοποίηση του ζώου ως μέσο ελέγχου και επιβολής στους άλλους ανθρώπους μέσα στο σπίτι. Η βία στην οικογένεια είναι το «κλειδί» που ανοίγει τις πόρτες στη βία της κοινωνίας. Τα παιδιά μεγαλώνουν παίρνοντας «μαθήματα» βίας από τη ζωή, την κοινωνία, το σπίτι, την τηλεόραση και το διαδίκτυο. Μπορούν, δε, να «εφαρμόσουν» τα όσα κατ’ αυτόν τον τρόπο «έμαθαν» μόνο σε κάποιους πιο αδύναμους από τα ίδια, δηλαδή, τα ζώα. Αργότερα, βέβαια, ως ενήλικες, πιθανόν θα έχουν περισσότερες δυνατότητες «εφαρμογής» και σε συνανθρώπους τους», σημειώνει.
Αυτό πρακτικά διαιωνίζει την «κουλτούρα της βίας». Συνεχίζεται και αναπτύσσεται, διεκδικώντας ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του κοινωνικού μας περιβάλλοντος.
«Η βία παράγει πάντα βία. Η βία -άσχετα αν το θύμα έχει δύο ή τέσσερα πόδια, φτερά ή πτερύγια- παραμένει βία. Γιατί το θέμα δεν είναι μόνο ο σεβασμός της ζωής οποιουδήποτε έμβιου όντος, αλλά και η μη αποδοχή της βίας, ως κανονικότητα.
Ολοένα και περισσότερα συμβάντα με κακοποιήσεις ζώων στη χώρα μας έρχονται στο φως της δημοσιότητας, καταδεικνύοντας την αποκτήνωση της κοινωνίας και την απαξίωση τελικά της ίδιας της ζωής. Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι η κακοποίηση ζώων δεν είναι απλά το αποτέλεσμα μιας ρωγμής στην προσωπικότητα ενός ατόμου, αλλά και σύμπτωμα μιας βαθιά διαταραγμένης οικογένειας. Εύκολα, λοιπόν, γίνεται αντιληπτό, ότι η κακοποίηση ζώων είναι συνήθως η κορυφή ενός παγόβουνου και η πρώτη ένδειξη ενός επικίνδυνου ατόμου που αποτελεί απειλή για το άμεσο οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον», τονίζει ο Αστυνομικός Διευθυντής.
Υποστηρίζει τέλος με θέρμη πως η αντιμετώπιση της βίας έχει ένα βασικό αντίδοτο και το γνωρίζουμε όλοι: «την παιδεία. Οι δε λέξεις – κλειδιά που θα ήθελα να συγκρατήσουμε είναι “ενημέρωση”, “ευαισθητοποίηση” και “έγκαιρη αστυνομική αντίδραση”.»
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ