Σε αδιέξοδο θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται για κάμποσα χρόνια ακόμη οι Νεαπολίτες, οι οποίοι κατέχουν οικόπεδα που υπάγονται στην κατηγορία της ελλειμματικής αρτιότητας, όπως τα κατέστησε η εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη του 1999. Και δεν μπορούν να τα οικοδομήσουν, αφού το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την πρόταση να παρασχεθεί η δυνατότητα δόμησης «κατά παρέκκλιση». Μιας και, όπως προκύπτει, το ανώτατο δικαστήριο δεν δέχθηκε να εγκρίνει την παρέκκλιση για ένα τόσο μεγάλο ποσοστό του πολεοδομικού σχεδίου Νεαπόλεως, γιατί καταλήγει να γίνει «κανόνας» για το σχέδιο Νεαπόλεως.
Το πρόβλημα της μη αρτιότητας των οικοπέδων, όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ του Νίκου Τραντά στην ΑΝΑΤΟΛΗ, προέκυψε με την πράξη εφαρμογής του πολεοδομικού σχεδίου, που δημιούργησε πολλά οικόπεδα μικρότερα του κανονικού ορίου αρτιότητας και αφορά περίπου το 50% του συνολικού αριθμού των οικοπέδων! Στο ΦΕΚ της έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης δεν αναφέρονται παρεκκλίσεις από τον κανόνα αρτιότητας (400 μ2), με συνέπεια να δημιουργούνται προβλήματα στην έκδοση οικοδομικών αδειών.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η πολεοδομική μελέτη επέκτασης Νεάπολης Κρήτης ανατέθηκε το 1983 στα πλαίσια της Ε.Π.Α. και εγκρίθηκε μετά από πολλές χρονοβόρες διαδικασίες το 1999. Το Π.Δ. έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης επέκτασης της Νεάπολης Κρήτης δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 641Δ’ της 25/8/1999. Η κανονική αρτιότητα ορίστηκε σε 400 μ2. Παρά το ότι στην πρόταση πολεοδομικού κανονισμού της αρχικής πολεοδομικής μελέτης υπήρχε πρόβλεψη παρεκκλίσεων (συγκεκριμένα ότι με την πράξη εφαρμογής μπορούν να δημιουργηθούν οικόπεδα εμβαδού μεγαλύτερου των 100 μ2), στην έγκριση της πολεοδομικής μελέτης δεν αναφέρεται η δυνατότητα παρεκκλίσεων.
Η μελέτη της Πράξης Εφαρμογής ανατέθηκε το 1996 (πριν από την τελική έγκριση της πολεοδομικής μελέτης το 1999) και εγκρίθηκε το 2003 (αρ. απόφασης Νομάρχη 130/18-3-2003).
Με την πράξη εφαρμογής δημιουργήθηκαν οικόπεδα μικρότερα των 400 μ2 για τους εξής λόγους:
– Ύπαρξη πολλών μικρών ιδιοκτησιών (χαρακτηριστικό στοιχείο της φυσιογνωμίας της περιοχής επέκτασης που περιλαμβάνει μικρές καλλιεργούμενες ιδιοκτησίες) που μειώνονται ακόμα περισσότερο μετά την αφαίρεση της εισφοράς σε γη.
– Αποφυγή κατά το δυνατόν δημιουργίας νέων οικοπέδων με συνένωση ξεχωριστών ιδιοκτησιών (η οποία δημιουργεί προβλήματα στην οικοδόμηση των οικοπέδων, διότι συνήθως οι συνιδιοκτήτες δεν συμφωνούν ή έχουν υπερβολικές απαιτήσεις για να συμφωνήσουν, πράγμα που δημιουργεί κοινωνικά προβλήματα).
Tα κριτήρια της πολεοδόμησης
Η πολεοδομική μελέτη έχει συνταχθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες προδιαγραφές κατά την εποχή της εκπόνησής της και σύμφωνα με τις οδηγίες της Δ/νουσας Υπηρεσίας και τις παρατηρήσεις της Δ/νσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.
Το 1951 εγκρίθηκε το πρώτο Πολεοδομικό Σχέδιο (Β.Δ. 16/4/1951 ΦΕΚ 115Α της 20-4-1951) στο οποίο ορίζονται παρεκκλίσεις στην αρτιότητα των οικοπέδων στην ζώνη Α «τα εν τοις πράγμασι», δηλ. όλα, και στην ζώνη Β ελάχιστο πρόσωπο 8 και ελάχιστο εμβαδόν 150 μ2. Λόγω των μικρών ιδιοκτησιών που υπάρχουν και στην ζώνη Β με τροποποίηση (Β.Δ. 11-4-1965 ΦΕΚ 111 Δ/1965) στις παρεκκλίσεις της Ζώνης Β ορίζεται ελάχιστο πρόσωπο 7 μ. και ελάχιστο εμβαδόν 100 μ2. Πολλές μικρές ιδιοκτησίες υπήρχαν επίσης στην Ζώνη Γ (επέκταση) που αποτελούσαν κυρίως μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις (με διαβάσεις κλπ.) οι οποίες διαμορφώνουν τον χαρακτήρα και την φυσιογνωμία της επέκτασης. Επισημαίνεται ότι σε ολόκληρο τον οικισμό και την επέκτασή του υπάρχουν ελάχιστα αυθαίρετα κτίσματα.
Ο σχεδιασμός της επέκτασης του σχεδίου (ζώνη Γ)
Τα οικόπεδα εμβαδού μέχρι 124,99 μ2 είναι συνολικά 8 και η συνολική τους έκταση είναι 546,10 μ2 (ποσοστό 0,28% της συνολικής έκτασης των οικοπέδων).
Τα οικόπεδα από 125 – 399.99 μ2 είναι συνολικά 191 και η συνολική τους έκταση είναι 48.014,13 μ2 (ποσοστό 24,45% της συνολικής έκτασης των οικοπέδων).
Οι δρόμοι αποτελούν το 35,45 % της επιφάνειας της επέκτασης. Μαζί με τους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους καλύπτουν πάνω από το 50% της επιφάνειας της επέκτασης (50,66%). Το ποσοστό αυτό είναι αρκετά υψηλό και διασφαλίζει την ικανοποιητική εξυπηρέτηση των αναγκών των κατοίκων.