Το 2020, τα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν έναν νόμιμο ελάχιστο μισθό (συγκεκριμένα τα 21 από τα 27), ενώ έξι άλλα έχουν καθορίσει επίπεδα μισθών μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων. Στην Ελλάδα το θέμα απασχολεί έντονα τους εργαζόμενους και το ενδεχόμενο να υπάρξει ενιαίος κατώτατος μισθός σε επίπεδο Ευρώπης όπως αναμένεται, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον.
Σήμερα, όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ του Μιχάλη Ατσαλάκη στην ΑΝΑΤΟΛΗ, οι μηνιαίοι ελάχιστοι μισθοί ποικίλλουν ευρέως σε ολόκληρη την ΕΕ, από 312 ευρώ στη Βουλγαρία έως 2.142 ευρώ στο Λουξεμβούργο (Ιούλιος 2020). Σύμφωνα με την ανάλυση των εμπειρογνωμόνων του ευρωκοινοβουλίου, οι διαφορές είναι σημαντικά μικρότερες όταν εξαλείφονται οι διαφορές επιπέδου τιμών. Εκφρασμένος στο πρότυπο αγοραστικής δύναμης, ο ελάχιστος μισθός κυμαίνεται από αγοραστική δύναμη (pps) 547 στη Λετονία έως 1634 (pps) στο Λουξεμβούργο. Οι μηνιαίοι ελάχιστοι μισθοί ποικίλλουν ευρέως στα κράτη μέλη. Από τα 312 ευρώ στη Βουλγαρία έως τα 2.142 ευρώ στο Λουξεμβούργο, ο υψηλότερος ελάχιστος μισθός είναι σχεδόν επτά φορές (6,9) υψηλότερος από τον χαμηλότερο!
Η Eurostat κατηγοριοποιεί τα κράτη μέλη σε τρεις διαφορετικές ομάδες με βάση το επίπεδο των εθνικών ακαθάριστων μηνιαίων ελάχιστων μισθών τους σε ευρώ τον Ιούλιο 2020
Ομάδα πρώτη: Σε αυτήν την ομάδα κρατών οι εθνικοί ελάχιστοι μισθοί ήταν χαμηλότεροι από 500 ευρώ το μήνα: Βουλγαρία, Λετονία, Ουγγαρία και Ρουμανία. Οι εθνικοί κατώτατοι μισθοί τους κυμαίνονταν από 312 ευρώ στη Βουλγαρία έως 461 ευρώ στη Ρουμανία.
Ομάδα δεύτερη: Οι εθνικοί ελάχιστοι μισθοί ήταν τουλάχιστον 500 ευρώ αλλά χαμηλότεροι από 1.000 ευρώ το μήνα: Κροατία, Τσεχία, Σλοβακία, Πολωνία, Εσθονία, Λιθουανία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Μάλτα και Σλοβενία. Οι εθνικοί ελάχιστοι μισθοί τους κυμαίνονταν από 537 ευρώ στην Κροατία έως 941 ευρώ στη Σλοβενία.
Ομάδα τρίτη: Οι εθνικοί ελάχιστοι μισθοί ήταν τουλάχιστον 1.000 ευρώ το μήνα: Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Κάτω Χώρες, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο. Οι εθνικοί κατώτατοι μισθοί τους κυμαίνονταν από 1.108 ευρώ στην Ισπανία έως 2.142 ευρώ στο Λουξεμβούργο.
«Πριν 15 χρόνια είχαμε βάλει στόχο να φτάσουμε το 2010 το 80% του μέσου όρου των μισθών στην Ευρώπη», σημειώνει το μέλος του Δ.Σ. της ΓΣΕΕ Μανόλης Πεπόνης, υπενθυμίζοντας τις στοχεύσεις των συνδικάτων στον ελλαδικό χώρο. «Για μια χώρα που έχει μπει 40 χρόνια στην Ε.Ε. ο στόχος αυτός έπρεπε να έχει επιτευχθεί προ πολλού κι όχι να βρίσκεται η χώρα μας στην ίδια κατηγορία με χώρες που μπήκαν “χθες” από την Ανατολική Ευρώπη», τονίζει. Μάλιστα προχωρεί και σε μια ορθή σύγκριση που αποτυπώνει το μέγεθος του προβλήματος για την Ελλάδα. «Η Ισπανία που μπήκε μετά από εμάς στην Ε.Ε. είναι στην πρώτη κατηγορία. Των ισχυρών κρατών σε ότι αφορά τον κατώτερο μισθό και ξεπερνά τα χίλια ευρώ. Αυτή είναι η πρώτη παρατήρηση. Η δεύτερη, αφορά το κόστος ζωής. Η βενζίνη είναι σε τιμές όπως στην Ελβετία ή τη Γερμανία ενώ και το 80% από τα καταναλωτικά αγαθά πωλείται σε τιμές που αρμόζουν σε μισθούς πρώτης κατηγορίας, δηλαδή Γερμανίας, Γαλλίας κλπ. Έχουμε λοιπόν κόστος ζωής πρώτη κατηγορίας και μισθούς δεύτερης κατηγορίας. Συνεπώς μιλάμε για μια προβληματική κατάσταση», τονίζει ο Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Λασιθίου.
Η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων χαιρέτισε την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κάλεσε την Επιτροπή να προτείνει οδηγία. Αντίθετα, οι οργανώσεις εργοδοτών πιστεύουν ότι ο καθορισμός των μισθών πρέπει να αφεθεί στους κοινωνικούς εταίρους σε εθνικό επίπεδο. Κατά την άποψή τους, εάν η Επιτροπή επιθυμούσε να ενεργήσει, θα ήταν αποδεκτή μόνο σύσταση του Συμβουλίου της ΕΕ. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συζήτησε συχνά το ζήτημα του χαμηλού εισοδήματος και του ελάχιστου εισοδήματος την τελευταία δεκαετία, υποστηρίζοντας μια οικονομία χωρίς αποκλεισμούς. Την ίδια ώρα, σχεδόν τα μισά νοικοκυριά δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους (47% τον Απρίλιο του 2020) στην Ευρώπη. Τον Ιούλιο, το 44% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τις ίδιες δυσκολίες.
Ο κ. Πεπόνης σημειώνει πως «ο στόχος για ένα κατώτατο μισθό είναι σωστός και υποστηρίζεται. Το ζητούμενο είναι πως μπορούμε να μπούμε αποτελεσματικά σε αυτή την πρακτική για την Ελλάδα ανεβάζοντας το όφελος για τους εργαζόμενους και την αγοραστική τους δύναμη».
Η πολιτική της Ε.Ε.
Το ζήτημα του καθορισμού ενός κατώτατου μισθού είναι ένα από τα πιο συζητημένα θέματα στα οικονομικά της Ένωσης. Τα τελευταία χρόνια και στο πλαίσιο της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που προκλήθηκε από το ξέσπασμα του Covid 19, η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κατώτατου μισθού θεωρείται όλο και περισσότερο ένα χρήσιμο μέσο για τη διασφάλιση δίκαιων μισθών και κοινωνικής ένταξης. Τον Νοέμβριο του 2017, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ διακήρυξαν από κοινού τον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, ορίζοντας τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για δίκαιους μισθούς για τους εργαζόμενους. Έκτοτε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δείξει την προθυμία της να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα. Ειδικότερα, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ursula Von der Leyen δήλωσε στις πολιτικές της κατευθυντήριες γραμμές ότι θα προτείνει ένα νομικό μέσο που θα διασφαλίζει ότι κάθε εργαζόμενος στην Ένωση έχει έναν δίκαιο ελάχιστο μισθό. Αυτοί οι ελάχιστοι μισθοί πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τις εθνικές παραδόσεις, μέσω συλλογικών συμβάσεων ή νομικών διατάξεων.
Η διαβούλευση
Στις 14 Ιανουαρίου 2020, η Επιτροπή ξεκίνησε την πρώτη φάση διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με τους δίκαιους κατώτατους μισθούς για τους εργαζόμενους στην ΕΕ, για να συγκεντρώσει τις απόψεις των κοινωνικών εταίρων σχετικά με την πιθανή κατεύθυνση της δράσης της ΕΕ. Με βάση τις απαντήσεις που ελήφθησαν, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ανάγκη για δράση της ΕΕ. Η δεύτερη φάση της διαβούλευσης ξεκίνησε στις 3 Ιουνίου 2020.Mε προθεσμία στις 4 Σεπτεμβρίου 2020 για τους κοινωνικούς εταίρους να γνωμοδοτήσουν. Τώρα, αναμένεται πρόταση της Επιτροπής έως το τέλος του 2020.