Προβληματισμός επικρατεί στον ιατρικό κόσμο για την έλλειψη παιδικών εμβολίων που καταγράφεται, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει μαζικός εμβολιασμός. Όπως, επιβεβαίωσε η Διευθύντρια της Παιδιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Αγίου Νικολάου Αργυρώ Μανιουδάκη, δεν έχει γίνει ακόμα ο καθιερωμένος αντιφυματικός εμβολιασμός στα παιδιά των σχολείων.
«Τα τελευταία περίπου 30 χρόνια πάμε κάθε χρόνο με σύστημα αυτή την περίοδο στα σχολεία για τα αντιφυματικά εμβόλια στα παιδιά. Φέτος, είναι η πρώτη χρονιά που δεν κάναμε εμβολιασμό», αναφέρει.
Το θέμα είναι αρκετά σοβαρό και η ίδια έχει αναζητήσει απαντήσεις από αρμόδιες Υπηρεσίες, ωστόσο το Υπουργείο δεν έχει απαντήσει επίσημα, ακόμα και στις εμπλεκόμενες Υπηρεσίες της Περιφέρειας και των Περιφερειακών Ενοτήτων. Μόνο προφορικές πληροφορίες κυκλοφορούν προς το παρόν και μάλιστα αρκετά αντικρουόμενες σχετικά με το πότε, αν και πως, θα γίνει ο εμβολιασμός. Το θέμα είναι εξαιρετικά σοβαρό και η διάστασή του επισημάνθηκε και από τον αρμόδιο Αντιπεριφερειάρχη Υγείας, Μανόλη Κλώντζα που έκανε λόγο για ετοιμότητα της Περιφέρειας αλλά καθυστέρηση από την πλευρά του υπουργείου.
Το εμβόλιο
Στην Ελλάδα το αντιφυματικό εμβόλιο χορηγείται σε ηλικία 6-7 ετών με μορφή μαζικού εμβολιασμού στο σχολείο μετά από αρνητική φυματιο-αντίδραση. Πρόκειται για εκείνο το εμβόλιο που οι παλαιότεροι «θυμούνται» σε όλη τους τη ζωή εξαιτίας του σημαδιού που άφηνε στον αριστερό ώμο. Άλλωστε είναι ένα παλιό εμβόλιο που εφαρμόζεται 70 χρόνια και για το οποίο εσχάτως διατυπώνεται από ορισμένες πλευρές η άποψη πως δεν χρειάζεται. Ωστόσο, κυριαρχεί η πεποίθηση ότι το εμβόλιο προστατεύει από 2-83% (μέση προστασία 50%) από την ανάπτυξη της πνευμονικής φυματίωσης και 58-90% (μέση προστασία 75%) από την ανάπτυξη κεγχροειδούς φυματίωσης ή φυματιώδους μηνιγγίτιδας (σοβαρές επιπλοκές της φυματίωσης). Η προστασία που παρέχει σε κάποιον, που στην οικογένειά του υπάρχει άτομο που πάσχει από φυματίωση, κυμαίνεται από 53% έως 74%. Για τις χώρες της Ευρώπης έχει βρεθεί ότι προστατεύει από κλινική νόσηση σε ποσοστό 80%, δηλαδή υποτετραπλασιάζει τον κίνδυνο και ότι προλαμβάνει την εμφάνιση των εξωπνευμονικών μορφών φυματίωσης.
Πραγματική ή τεχνητή έλλειψη;
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως οι ελλείψεις στα αντιγριπικά εμβόλια μπορούν να ελεγχθούν, αλλά υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στα παιδικά εμβόλια. Μέχρι την ηλικία του ενός έτους φαίνεται να υπάρχει επάρκεια, αλλά τα προβλήματα ξεκινούν μετά και μεγαλώνουν διαρκώς. Εκτιμήσεις που έχουν γίνει από παράγοντες στην αγορά του φαρμάκου αλλά και πληροφορίες που διαρρέουν από παράγοντες του Υπουργείου αναφέρουν πως η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί από τον Ιανουάριο του 2016.
Το ερώτημα λοιπόν είναι γιατί έχουμε αυτές τις δύσκολες συνθήκες που εγκυμονούν κινδύνους κι αν τελικά δεν πρόκειται για πραγματική έλλειψη, αλλά για επιλογή δημιουργίας τεχνητής έλλειψης, προκειμένου να διαμορφωθούν καλύτερες τιμές.
Ορισμένες πληροφορίες αναφέρουν πως το Υπουργείο (ΕΟΦ) έχει ζητήσει από τις φαρμακοβιομηχανίες να μειώσουν τις τιμές των εμβολίων τους, διότι το κόστος καλύπτεται αποκλειστικά από το δημόσιο ταμείο και τα ποσά που απαιτούνται είναι μεγάλα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόβλημα λόγω των περικοπών. Στον αντίποδα οι φαρμακευτικές εταιρίες δεν δέχονται να μειώσουν τις τιμές, με το επιχείρημα πως τα εμβόλια παράγονται βιολογικά και συνεπώς κοστίζουν αρκετά, άρα, δεν μπορούν να κάνουν μειώσεις. Είναι δε και οι προδιαγραφές ασφαλείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που δεν αφήνουν περιθώρια για εκπτώσεις στην ποιότητα των φαρμάκων.
Ταυτόχρονα, υπάρχει κι ένα νέο ελληνικό φαινόμενο που έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Οι αγορές του εξωτερικού πληρώνουν καλύτερα το φάρμακο κι έτσι σε ορισμένα φάρμακα οι ποσότητες που μένουν στη χώρα είναι πολύ μικρές και τελικά μένει η Ελλάδα ως τελευταία στη σειρά των προμηθειών. Τέλος, λέγεται πως υπάρχει αυξημένη παγκόσμια ζήτηση εμβολίων μετά τον υποχρεωτικό εμβολιασμό στον οποίο μπήκαν περισσότερα κράτη (στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική κ.λπ.), σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ