Την επίδραση που μπορεί να έχει η κατάρρευση του τουριστικού κλάδου – αν δεν στηριχθεί κρατικά – στην παγκόσμια οικονομία, επισημαίνει η αρθρογράφος των Financial Times Ράνα Φορουχάρ.
Ρωτώντας τον διευθυντή του τμήματος συναλλάγματος της AG Bisset, Ουλφ Λίνταλ, σχετικά με τις επιπτώσεις της «φούσκας» ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε την τελευταία δεκαετία, η Φορουχάρ πήρε την εξής δυσοίωνη απάντηση για το μέλλον του τουριστικού κλάδου.
«Ολοι πάνε διακοπές», απάντησε ο Λίνταλ, «είναι όμως και η πρώτη δαπάνη που μπορεί κανείς να περιορίσει σχετικά γρήγορα – αντίθετα με την αγορά ενός κινητού ή αυτοκινήτου».
Αν οι άνθρωποι σταματούσαν να ταξιδεύουν λόγω ενός απρόβλεπτου σοκ στην παγκόσμια οικονομία, τόνιζε ο Λιντάλ, οι συνέπειες θα αντηχούσαν σχεδόν σε όλους τους κλάδους, από τον κατασκευαστικό μέχρι την αγορά ακινήτων και την εστίαση. Μία τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε ένα κύμα απολύσεων, πτωχεύσεων και ύφεσης, σημείωνε ο Λιντάλ.
Οι περισσότεροι αναλυτές αν και συμφωνούσαν με τον Λίνταλ, δεν μπορούσαν ποτέ να προβλέψουν την έλευση της πανδημίας του κορωνοϊού. Σήμερα, η κατάρρευση του παγκόσμιου τουριστικού κλάδου, ο οποίος αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ, σύμφωνα με το World Travel and Tourism Council, μπορεί να πυροδοτήσει μία νέα οικονομική κρίση στην οποία η χρεοκοπία επιχειρήσεων σε πληθώρα κλάδων θα αντικαταστήσει τα υγειονομικά προβλήματα και την ανεργία.
Χώρες όπως η Ιταλία, το Μεξικό και η Ισπανία, στις οποίες ο τουρισμός καταλαμβάνει τα μεγαλύτερα ποσοστά ως προς το ΑΕΠ, δέχονται το ισχυρότερο πλήγμα λόγω της φετινής μείωσης των ταξιδιών. Ωστόσο, η αμερικανική οικονομία, η οποία κατέγραψε τα μεγαλύτερα ποσοστά συρρίκνωσης στο δεύτερο τρίμηνο του 2020 στη μεταπολεμική της ιστορία, βρίσκεται στο κέντρο μίας νέας οικονομικής καταιγίδας.
Η κρατική στήριξη είναι το τελευταίο οχυρό
Το Κογκρέσο δεν φαίνεται να συμφωνεί ως προς το περιεχόμενο του επόμενο πακέτου τόνωσης της οικονομίας, ενώ ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται ραγδαία. Σχεδόν 17 εκατομμύρια θέσεις εργασίας απειλούνται λόγω της κατάρρευσης του τουριστικού κλάδου. Ακόμα και με δισεκατομμύρια δολάρια σε κυβερνητικές επιδοτήσεις, οι πτωχεύσεις εμπορικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 43% σε σχέση με πέρσι τον Ιούνιο. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι θα συμβεί σε περίπτωση που σταματήσει η κυβερνητική στήριξη.
Περισσότερο ευάλωτες είναι επιχειρήσεις όπως η Boeing και η Airbus. Με τις προβλέψεις σχετικά με τις διεθνείς μετακινήσεις να κάνουν λόγο για μείωση της τάξης του 60% για φέτος, οι δύο εταιρείες αντιμετωπίζουν χιλιάδες ακυρώσεις παραγγελιών, τη στιγμή που οι εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν βρίσκονται στην καλύτερη φάση τους.
Το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν ταξιδεύουν – ούτε για να πάνε στις δουλειές του – επηρεάζει και την αγορά ακινήτων. Η αξία της παγκόσμιας αγοράς ακινήτων είναι μεγαλύτερη από αυτή των ομολόγων και των μετοχών μαζί. Η αξία του αμόχλευτου real estate μειώθηκε κατά έντεκα ποσοστιαίες μονάδες από τη στιγμή που ξέσπασε η πανδημία.
Το μέγεθος των συναλλαγών στο δεύτερο εξάμηνο του 2020 συρρικνώθηκε κατά 68%, φθάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο μετά την οικονομική κρίση του 2008. Μία μείωση στην κατανάλωση δεν θα αργήσει να ακολουθήσει, δεδομένου ότι οι περισσότεροι Αμερικανού εναποθέτουν το μεγαλύτερο ποσοστό των περουσιακών τους στοιχείων σε ακίνητα.
Η κατάσταση θυμίζει το κραχ του 1929
Οι δημόσιες δαπάνες είναι επίσης στο επίκεντρο της νέας κρίσης. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της φορολογικής βάσης της Νέας Υόρκης και άλλων μεγάλων πόλεων. Οι ουρανοξύστες στέκουν τρομακτικά άδεια και οι ακριβές γειτονιές έχουν ερημώσει. Εργαζόμενοι μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών όπως η Google, η οποία είναι από τους μεγαλύτερους «παίκτες» στην αγορά ακινήτων των περισσότερων μεγάλων αμερικανικών πόλεων, δεν θα επιστρέψουν στα γραφεία τους μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.
Σύμφωνα με έρευνες το 40% των Αμερικανών πρόκειται να βρεθεί ένα βήμα πριν την έξωση, σε περίπτωση που η κυβερνητική στήριξη σταματήσει. Η κατάρρευση του real estate πρόκειται να επηρεάσει τους δημοτικούς προϋπολογισμούς, δημιουργώντας πιθανώς ένα κύμα «αποαστικοποίησης» παρόμοιο με τη δεκαετία του 1970.
Η κρίση του τουριστικού κλάδου έχει αντίκτυπο και στην οικονομία διαμοιρασμού. Ο Μπράιν Τσέσκι, διευθύνων σύμβουλος της Airbnb, η οποία απέλυσε το 25% του προσωπικού της τον Μάιο, αναφέρει ότι τα ταξίδια είναι πιθανό να μην επιστρέψουν ποτέ στα επίπεδα προ-κορωνοϊού. Αυτό αναμένεται να επιφέρει μείωση στην αγορά πολυτελών προϊόντων και στη μετανάστευση για εκπαιδευτικούς λόγους.
Οι επιχειρήσεις στον χώρο της εστίασης που ήδη παλεύουν να ορθοποδήσουν αναμένεται να δεχθούν νέο πλήγμα. Πολλοί αναλυτές ευελπιστούσαν ότι μία αύξηση των θέσεων εργασίας στον κλάδο της εστίασης θα αντιστάθμιζε την ανεργία στον κατασκευαστικό κλάδο, κάτι που πλέον μοιάζει απίθανο.
Η AG Bisset αναφέρει σε έκθεση της που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο ότι η κατάρρευση του μαζικού τουρισμού θυμίζει την πτώση στις τιμές των σιτηρών το 1928, η οποία πυροδότησε το κραχ του 1929. Τότε, η «φούσκα έσκασε» όταν η εύκολη πίστωση οδήγησε σε υπερπαραγωγή και πτώση των τιμών, καταλήγοντας τελικά στο χρηματιστηριακό κραχ.
Πολλοί άνθρωποι βέβαια έχουν βρει τρόπους για να πάνε διακοπές φέτος το καλοκαίρι, σε κοντινή απόσταση από τα σπίτια τους. Το ταξίδι όμως ίσως αργήσει να επανέλθει στην προ-κορωνοϊού μορφή του.