Παρά το γεγονός πως βιώνουμε ένα πολύ ζεστό Οκτώβριο με καλοκαιρινές θερμοκρασίες, τα «κρυώματα» και οι ιώσεις έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους, ειδικά στους μικρούς μαθητές και μαθήτριες.
Βέβαια, το πρώτο και βασικό ερώτημα που προκύπτει για το σχολείο, την οικογένεια, τους γιατρούς, την κοινωνία, αλλά και το φιλικό περιβάλλον κάθε παιδιού που παρουσιάζει συμπτώματα ίωσης ή γρίπης, είναι αν πρόκειται για περιστατικό covid 19.
«Το εγγονάκι μου είχε το λαιμό του την προηγούμενη εβδομάδα. Δεν είχε πυρετό, πήγε σχολείο, αναρωτιόμουν αν πρέπει να κάνει τεστ, όμως οι γονείς του δεν ήξεραν και όταν ρώτησαν κόστιζε πολλά χρήματα», αναφέρει στην ΑΝΑΤΟΛΗ και στο δημοσιογράφο Μιχάλη Ατσαλάκη, γιαγιά που εξηγεί την δυσκολία που υπάρχει στην οικογένεια, θέλοντας να προστατεύσει τα ευάλωτα μέλη της από το ενδεχόμενο της εξάπλωσης του κορονοϊού και των κινδύνων που συνεπάγεται.
Τα κρούσματα έχουν αρχίσει να εμφανίζονται στα σχολεία, αλλά κανείς δεν μπορεί να έχει ξεκάθαρη εικόνα. Όλοι βαδίζουν στα τυφλά, διότι έλεγχος δεν υπάρχει για κάθε ύποπτο περιστατικό.
Και οι παιδίατροι; Τι θα πρέπει να γίνει αν βρεθεί ένας μαθητής με πυρετό και πάει στο Νοσοκομείο; Στην κάθε ένδειξη πυρετού λοιπόν, αν δεν υπάρχει προφανής διάγνωση δεν μπορεί να ξέρει ο παιδίατρος τι ακριβώς συμβαίνει. Ειδικά στα παιδιά, δεν υπάρχει τέτοια προφανής διάγνωση διότι εδώ γίνεται λόγος για εποχικές ιώσεις.
«Στην παρούσα συνθήκη, αν μιλήσουμε για ίωση, είναι λογικό να ρωτήσει ο γονέας τον γιατρό για να μάθει ποια ίωση έχει», εξηγεί η διευθύντρια της Παιδιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Αγίου Νικολάου Αργυρή Μανιουδάκη – Νικολαράκη.
«Προφανής διάγνωση στα παιδιά δεν υπάρχει, παρά μόνο μια καραμπινάτη ουρολοίμωξη για παράδειγμα. Το βασικό ερώτημα όλων, βέβαια, είναι αν το παιδί έχει κορονοϊό. Ποιος και πώς θα απαντήσει στο ερώτημα αυτό; Έτσι, οτιδήποτε άλλο, όπως πνευμονία, άσθμα ή κάθε ίωση μπορεί να είναι και covid 19. Αυτό σημαίνει πως κάθε παιδίατρος έχει τεράστιο θέμα πώς θα το χειριστεί», επισημαίνει.
Γρήγορα τεστ
Η Παιδιατρική Κλινική του ΓΝΑΝ έχει ήδη αποφασίσει να λειτουργήσει με συγκεκριμένο τρόπο ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει, ενδεχομένως και σε μεγάλο βαθμό, το πραγματικό πρόβλημα που ανακύπτει. Για το σκοπό αυτό ζήτησε και θα εφαρμόσει το σύστημα των rapid test. Τα γρήγορα τεστ είναι ο μόνος τρόπος να μπορέσει να υπάρχει προσέγγιση του προβλήματος.
«Έχουμε παραγγείλει ήδη κι αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει υποψία τότε θα κάνουμε το τεστ και θα έχουμε μια γρήγορη απάντηση και μια πιθανή διάγνωση. Παράλληλα, αν δεν έχουμε γρήγορο τεστ ενώ τα έχουμε ζητήσει, τότε σαν κλινική θα πρέπει να παίρνουμε δείγματα από τα κανονικά τεστ διότι δεν μπορούμε να κινηθούμε στα τυφλά», επισημαίνει με ξεκάθαρο τρόπο η κα Νικολαράκη.
Διαφορετικά δεν θα μπορούν να απαντηθούν απλά και συγχρόνως ουσιαστικά ερωτήματα γύρω από τα θέματα καραντίνας, τόσο στο σχολείο όσο και εντός της οικογένειας αλλά και στο περιβάλλον που συνήθως κινείται το παιδί.
«Βλέπουμε επίσης πως όλοι οι Διευθυντές των σχολείων, αν λείψουν τα παιδιά δύο ή τρείς μέρες τα στέλνουν στον παιδίατρο και ζητούν βεβαίωση για να επιστρέψουν στο σχολείο. Αν το παιδί είναι καλά εντελώς, μπορούμε να γράψουμε μόνο πως είναι κλινικά υγιές και το στέλνουμε πίσω. Αν όμως έχει οποιοδήποτε σύμπτωμα, όπως καταρροή, συμβουλεύουμε τους γονείς να μείνει το παιδί στο σπίτι μέχρι να τελειώσουν τα συμπτώματα και βέβαια εννοείται πως δεν μπορούμε να βεβαιώσουμε πως ένα παιδί δεν έχει κορονοϊό χωρίς να έχει γίνει τεστ», υπογραμμίζει η Παιδίατρος.
Αναφορικά με τις αναγκαίες οδηγίες σημειώνει πως αν ένα παιδί έχει βήχα, πυρετό, λοίμωξη αναπνευστικού και γενικά συμπτώματα που ταιριάζουν με κορονοϊό, τότε θα λαμβάνει δείγμα η παιδιατρική κλινική για να μπορεί να φανεί τι ακριβώς συμβαίνει.