Εποχή για πετιμέζι και κάποιες φωτογραφίες που είδα σε κοινωνικά δίκτυα μου θύμισαν τη γιαγιά Κατίνα ,όταν έφερνε πετιμέζι από τη Σφάκα της Σητείας. Πόσο πολύ μου άρεσε το πετιμέζι πάνω σε μια φέτα ψωμί!
* Το πετιμέζι είναι ένα παχύρρευστο σιρόπι με σκούρο χρώμα, το οποίο παράγεται από το βράσιμο του μούστου, που παράγεται όταν στύψουμε τα σταφύλια, χωρίς βράσιμο. Τον μούστο τον βράζουμε αμέσως, πριν να αρχίσει η ζύμωση για να γίνει κρασί. Ο Μανώλης Πιτυκάκης μας εξηγεί ότι τον μούστο τον αφήνουμε να γίνει χλιαρός και κατόπιν ρίχνουμε μέσα κοσκινισμένη στάχτη, για να κατακαθίζουν οι «ψίχες» (από τις ρόγες των σταφυλιών) και άλλες τυχόν ξένες ουσίες. Ύστερα από ένα 24ωρο περίπου, τον βράζουμε ξανά, έως που να εξατμιστεί το περισσότερο νερό και αποκτήσει την πυκνότητα που θέλουμε. Το σιρόπι τοποθετείται συνήθως σε ένα πήλινο δοχείο.
* Κάποτε δεν έλειπε από κανένα σπίτι, γιατί αντικαθιστούσε το μέλι και τη ζάχαρη, ενώ σε πολλές περιπτώσεις το έδιδαν και σαν φάρμακο, ιδίως στα βρογχικά, στον πονόλαιμο και στη βραχνάδα. Στο «Χρηστικό Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας» της Ακαδημίας Αθηνών, το πετιμέζι αρνητικά αναφέρεται και ως ο,τιδήποτε έχει πάρα πολύ γλυκιά γεύση: «πετιμέζι τον έκανες τον καφέ». Η λέξη προέρχεται από την τουρκική pekmez. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι το έλεγαν σίραιον.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΛΩΝΤΖΑΣ