Ο Κωνσταντινουπολίτης συμπολίτης Θανάσης Τσίμπης μας έστειλε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα askeb.org.tr της Τουρκίας. Έχει τον τίτλο «Πατανίες της Κρήτης αναβιώνουν στο Αϊβαλί» («Girit battaniyesi Ayvalista yasatilacat»). Μας μετέφρασε:
Αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο ύφανσης των πατανιών της Κρήτης με τους αργαλειούς, τον ανέλαβαν ακαδημαϊκοί από τα πανεπιστήμια της Μερσίνης, της Ταρσούς και του Αϊδινίου. Οι ακαδημαϊκοί ανέλαβαν την εκπαίδευση εθελοντών, θέλοντας έτσι να διατηρήσουν ζωντανή αυτήν την παράδοση.
* Η προσπάθεια ξεκίνησε από το Κέντρο Δημόσιας Εκπαίδευσης στο Αϊβαλί, στα πλαίσια του Προγράμματος Υποστήριξης της Γυναικείας Επιχειρηματικότητας στο Αϊβαλί. Η πρώτη όμως ιδέα ξεκίνησε από μία γυναίκα η οποία είχε πείρα 18 ετών στην υφαντική και στις πατανίες, με 5 αργαλειούς στη διάθεσή της, η οποία έχει επίσης δημιουργήσει ένα κέντρο λαϊκής εκπαίδευσης στο Αϊβαλί. Το πρόγραμμα ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2021 εκπαιδεύοντας την πρώτη ομάδα από 12 άτομα. Αυτοί οι 12 θα αναλάβουν να εκπαιδεύσουν και άλλους. Σε επόμενο στάδιο θα δημιουργηθεί συνεταιρισμός» αναφέρει η ιστοσελίδα της γείτονος.
ΥΓ.: Η πατανία είναι υφαντή μάλλινη κουβέρτα, πολύχρωμη, συνήθως με πλουμιά (σχέδια, στολίδια) στις δύο στενές πλευρές. Ο Μιχ. Κασσωτάκης αναφέρει ότι οι Λασιθιώτες που πήγαιναν με τα γαϊδουράκια ή τα μουλάρια τους στα πανηγύρια έστρωναν στο σαμάρι μια καινούρια πατανία, η οποία κάλυπτε και τα οπίσθια (καπούλια) του ζώου. Οι αναβάτες κάθονταν πάνω στην πατανία. Όταν τέλειωνε η λειτουργία η πατανία στρωνόταν σε καθαρό έδαφος, πάνω σ’ αυτήν τοποθετούνταν ποικίλα εδέσματα που είχαν μαζί τους. Ετυμολογικά από το τουρκικό battaniye (= κουβέρτα, κλινοσκέπασμα).
Πόσο Κρητικοί νιώθουν οι Τουρκοκρητικοί;
Η κουβέντα μας με το Θανάση Τσίμπη συνεχίστηκε για ένα θέμα, για το οποίο πολλά έχουν γραφτεί και έχουμε ακούσει! Για τους λεγόμενους Τουρκοκρητικούς: «Οι Τουρκοκρητικοί αισθάνονται Κρητικοί. Η πρώτη γενιά Τουρκοκρητικών, αυτών που έφυγαν με βάση το θρήσκευμα είχε προβλήματα προσαρμογής, καθώς η ζωή τους δεν ήταν εύκολη με τους ντόπιους. Η δεύτερη γενιά, αλλά και η τρίτη προσπαθούν να συνεχίσουν, όσο αυτό είναι δυνατόν, κάποιες από τις παραδόσεις της Κρήτης. Οι πιο μορφωμένοι πιστεύουν ότι δεν είναι Τούρκοι. Έχει βοηθήσει και το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί πολλά βιβλία για το θέμα των Τουρκοκρητικών, αλλά και έρευνες από πανεπιστημιακούς. Έτσι υπάρχει περισσότερη γνώση. Βέβαια κάποια από αυτά που διαβάζουμε δεν είναι αποδεκτά από εμάς!».
Στο σημείο αυτό ο κ. Τσίμπης αναφέρθηκε στον Τούρκο συγγραφέα Αχμέτ Γιορουλμάζ, με καταγωγή από τα Χανιά, που έχει γράψει αρκετά βιβλία: «Ο Γιορουλμάζ είπε ότι η πρώτη γενιά Τουρκοκρητικών προσπαθεί να συνηθίσει το νέο τόπο, η δεύτερη γενιά προσπαθεί να ορθοποδήσει οικονομικά και η τρίτη γενιά ψάχνει να βρει τις ρίζες της».
Ρωτήσαμε τον κ. Τσίμπη: «Όταν οι Τούρκοι βλέπουν όλα αυτά τα ελληνικά μνημεία στη Μικρά Ασία, όλες αυτές τις ελληνικές γραφές, δεν καταλαβαίνουν ότι είναι δικά τους μετά από κατάκτηση;» η απάντησή του ήταν «οι μορφωμένοι το γνωρίζουν, αλλά ο απλός λαός και οι ξεναγοί λένε απλά ότι όλα αυτά είναι δικά μας!».
«Μια προίκα αμανάτι» για την ελληνοτουρκική φιλία
Ας ολοκληρώσουμε τα… Ελληνοτουρκικά, αφού πρώτα παραβλέψουμε τις ανοησίες (τις μπουνταλάδες… στη γλώσσα τους) των πολιτικών της Τουρκίας. Τις ανοησίες για όσα λένε για την αποστρατικοποίηση των νησιών. Αυτοί έχουν στρατιές ολόκληρες απέναντί μας και ζητούν από εμάς να αφήσουμε ανυπεράσπιστα τα νησιά μας. Ας αφήσουμε τις ανοησίες τους ότι πολλά νησιά της Ελλάδας τους ανήκουν… ας αφήσουμε και το τρελό ότι τους ανήκει όλη η Κρήτη πλην των Χανίων. Μπουνταλάδες!
Εμείς θα μιλήσουμε για τους απλούς ανθρώπους, αυτούς που θέλουν την ειρηνική συμβίωση των λαών. Ο Κωστής Χατζηφωτεινός μας ενημέρωσε: «Με χαρά πληροφορήθηκα ότι το εξαιρετικό βιβλίο του Κεμάλ Γιαλτσίν “Μια προίκα αμανάτι” (=ενέχυρο, εγγύηση) θα γίνει κινηματογραφική ταινία με Έλληνες και Τούρκους ηθοποιούς. Είναι μια συγκλονιστική ιστορία βαθύτατης ανθρωπιάς με πρωταγωνιστή τον συγγραφέα του βιβλίου. Στον αναγκαστικό εκπατρισμό του 1922 η μικρασιατική οικογένεια Μηνόγλου από το Χονάζ άφησε τα προικιά του κοριτσιού της στον Τούρκο γείτονά της Κεμάλ Γκατζάρογλου για να τα μοιράσει στους φτωχούς, αφού δε γινόταν να τα πάρουν μαζί τους. Εκείνος τα κράτησε ανέπαφα όμως και είπε στον εγγονό του Κεμάλ Γιαλτσίν να μάθει πού εγκαταστάθηκαν και να τους τα πάει.
Ταξίδεψε εκείνος στην Ελλάδα, τους έψαξε παντού, είχαν πεθάνει όμως, και βρήκε κάποιους απογόνους τους στο Βόλο, στους οποίους και τα παρέδωσε το 1998. Τον υπέροχο αυτόν άνθρωπο είχα την τύχη να γνωρίσω τον Ιανουάριο του 2001 στη Γερμανία και να μου δωρίσει την ελληνική έκδοση του βιβλίου του με την εξής αφιέρωση: Με τις καλύτερες ευχές πολύτιμε φίλε και αδερφέ, με αισθήματα ειρήνης, αδελφοσύνης και φιλίας».
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΛΩΝΤΖΑΣ