Ένα βιβλίο γραμμένο στον… επικοινωνιακό κώδικα των 20ρηδων -25άρηδων μας προτείνει ο πολυπράγμων Αγγελος Σπάρταλης. Ένα βιβλίο – έργο τέχνης από μόνο του, που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να το κατατάξει σε κάποια κατηγορία… Εξ άλλου οι δημιουργίες του εικαστικού, κινηματογραφιστή και συγγραφέα συμπολίτη, αποτελούν μοναδικότητες. Τούτο το τελευταίο, μια «κατηγορία» από μόνο του: Lesbo-Western! Με ό,τι μπορεί να σημάνει ο νεοφανής, ιντριγκαδόρικος όρος, που απ’ ό,τι φαίνεται, διαδραμάτισε και σημαίνοντα ρόλο στο να πετύχει το βιβλίο την έκδοσή του, λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωσή του!
Πέρυσι, στα μέσα του καλοκαιριού συνέλαβε την ιδέα και στο τέλος των Εορτών των Χριστουγέννων είχε τελειώσει το «Μαρία και Στέλλα». Το έστειλε σε δύο εκδοτικούς οίκους και σε έξι μέρες το καπάρωσε ο «Athens Voice Books»!
Ένα βιβλίο «θραυσματικό», ένα βιβλίο σημειώσεων – θα μπορούσε να είναι το ημερολόγιο ή σύνθεση των δύο προσωπικών ημερολογίων, που θα κρατούσαν η Μαρία και η Στέλλα… Η σηματοδότηση με παραγράφους και υποπαραγράφους, λειτουργεί βοηθητικά στις γενιές κάτω των 30 για να διαβάσουν ένα πιο εκτενές κείμενο, από ένα «message» κινητού τηλεφώνου… «Τους πετάω θραύσματα γραφής. Όχι ολόκληρες γραμμένες σελίδες … Δεν υπάρχει περίπτωση, ένα παιδί σήμερα να καθίσει να διαβάσει ένα βιβλίο του Ντοστογιέφσκι. Δεν αντέχουν ούτε 100 συνεχόμενες σελίδες κειμένου, χωρίς εικόνες! Οπότε ακολούθησα αυτόν τον κανόνα. Γι’ αυτό έβαλα ένθετη εικόνα, έγχρωμη, σύγχρονη και κάπως να φλερτάρει με το… έγκλημα, με το πορνό…», δηλώνει προκλητικά.
Αλλά, όπως εξηγεί ο συγγραφέας του βιβλίου, αποδέκτες του δεν είναι μόνο η γενιά των 20άρηδων. «Και γω είμαι στο FaceBook 20 χρόνια ήδη! Και γω με τον καιρό έχω αλλοτριωθεί και να μην αντέχω να διαβάσω μεγάλα βιβλία πλέον…».
Θετικές κριτικές έχει δεχθεί και από μεγαλύτερους στην ηλικία. Αν και η πρόσκληση είναι να το πάρουν να το διαβάσουν στο σκιερό μιας παραλίας, προσωπικά, δεν θα ‘λεγα ότι η ανάγνωσή του ρέει σαν αναψυκτικό μετά από μια βουτιά στη θάλασσα. Δομή και γλώσσα του βιβλίου απαιτεί, μια εξοικείωση από την «θραυσματική» γραφή του Αγγελου. Τουλάχιστον από τον μέσο 50άρη αναγνώστη που έχει διαβάσει κάτι παραπάνω και ο οποίος θα το δει ως πρόκληση.
Σίγουρα, η εξοικείωσή μας με την εικαστική γραφή του, συνιστά «βοήθημα» στην προσέγγιση του λόγου και του νοήματος – εννοιών και συναισθημάτων, μιας γενιάς που συνηθίζει να τα εκφράζει με «emojis» (γραφιστικές φατσούλες) παραθέτοντάς τα ως ένθετα… ιδεογράμματα, στη ροή της διαδικτυακής επικοινωνίας…
Σε κάθε σελίδα κειμένου παραθέτει και μία ενός ζωγραφικού πίνακα! Κάθε πίνακας, ένα έργο τέχνης! Με θεματική που προκαλεί ένταση, σε βαθμό που να αναρωτιέται ο αναγνώστης ποιο υπερισχύει – το κείμενο ή το ζωγραφικό έργο. Εχω την αίσθηση ότι ο δημιουργός, όπως συνηθίζει, αρέσκεται στο να βάζει προκλήσεις στον ίδιο τον εαυτό του και, πιθανότατα αναμετρήθηκε με το δίλλημα: Ζωγράφος; Συγγραφέας; Ή κάτι άλλο;
Εξ άλλου, με το εικαστικό υλικό που δημιουργήθηκε με αφορμή το βιβλίο, ετοιμάζει και μια έκθεση στον «Εικαστικό Κύκλο Sianti Gallery» της Αθήνας, όπου θα εκθέσει πολλούς από τους πίνακες αυτούς. Μια εικοσαριά απ’ αυτούς εκθέτει ήδη στο ατμοσφαιρικό καφέ «Περίπου» – τον χώρο που επιλέγει σταθερά για την παρουσίαση των βιβλίων αλλά και εικαστικών δημιουργιών του, στην γενέτειρα πόλη του.
Ο Αγγελος Σπάρταλης αποκαλύπτει ότι το ερέθισμα για το βιβλίο έλαβε από την επαφή του με μια ομάδα πολύ νέων ανθρώπων με τους οποίους συνεργάστηκε για την παραγωγή μιας παραγγελίας 350 μικρών ζωγραφικών έργων, που ένας πελάτης ήθελε να τα κάνει χριστουγεννιάτικο δώρο. Είχε την ευκαιρία να γνωριστεί καλύτερα μαζί τους, να κάνουν παρέα, να μιλήσει μαζί τους – αποτέλεσαν ένα ενδιαφέρον «πεδίο έρευνας της νεολέρας», όπως δηλώνει με το ιδιότυπο χιούμορ που τον χαρακτηρίζει. «Είναι εντυπωσιακό ένας άνδρας στα 50, σαν και μένα, να κάνει παρέα με 25άρηδες αλλά η συνάντηση αυτή είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον και κατέληξε ιδιαιτέρως παραγωγική, όπως παραδέχτηκε. Τους έβαζα να διαβάζουν και κοιτούσα πού κόλλαγαν, πού δυσανασχετούσαν, πού ενθουσιάζονταν… Εκανα τις δοκιμές μου», όπως είπε, πριν δώσει την οριστική μορφή στο βιβλίο αυτό…
Ο συγγραφέας προσδιορίζει το νέο του βιβλίο «Μαρία και Στέλλα», εικονογραφημένο Lesbo-Western. Ως προσχέδιο σύγχρονης τραγωδίας ή σκαλέτα κινηματογραφικής ταινίας. Όπως τονίζει, ουσιαστικά είναι μια ερωτική ιστορία που κινείται εκτός της πεπατημένης. Δηλαδή δεν θα μπορούσε να επαναλαμβάνει τη μανιέρα του σαιξπηρικού «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» ούτε να γράψει μια καθημερινή κλασική ιστορία αγάπης και πάθους, που θα βαριόταν και ο ίδιος αλλά και όποιος θα τη διάβαζε…
«Η Μαρία, μια συνεσταλμένη κόρη υποστρατήγου, τελειόφοιτη μαθήτρια Λυκείου, στην ελληνική επαρχία του τέλους του 1980, είναι ερωτευμένη με την παιδική της φίλη και συμμαθήτρια, τη θυελλώδη Στέλλα. Ο υποστράτηγος θορυβημένος από το κουτσομπολιό, αρραβωνιάζει σβέλτα την κόρη του με έναν έμπιστο υφιστάμενο αξιωματικό. Μόλις η μικρή αποφοιτήσει από το Λύκειο, την παντρεύει και τη στέλνει πακέτο στην Αθήνα. Η Στέλλα αποκομμένη βίαια από την λατρεμένη της Μαρία, ρίχνει μαύρη πέτρα πίσω της και δραπετεύει για σπουδές στην πολύχρωμη Ολλανδία. Τυχαία, μετά από επτά χρόνια στο Αμστερνταμ, μεσα στο Μουσείο Βαν Γκογκ, Μαρία και Στέλλα θα ανταμώσουν ξανά κι εκεί ξεκινά η ιστορία…».
Η δομή του βιβλίου και η αρίθμηση θυμίζουν περισσότερο το «Tractatus Logico-Philosophicus» του Βίτγκενσταϊν και τη «non finito» Γυναίκα της Ζάκυθος του Σολωμού, παρά ένα στρογγυλό και συμπαγές αφήγημα σταθερού ρυθμού.
H φιλόλογος Ελπίδα Γρηγοράκη και ο γραφίστας Μάνος Σιγανός ήταν πολύτιμοι σύμβουλοι στη δημιουργία του βιβλίου. Από τις πρώιμες μορφές του μέχρι και την ολοκληρωμένη εκδοχή του, το έργο προσφέρθηκαν να διαβάσουν και βοήθησαν στη βελτίωσή του αρκετοί φίλοι και συνεργάτες του συγγραφέα. Οι, Λάγια Γιούργου, Ιρένα Οικονόμου, Αμαρυλλίς, Άννυ Σιράτζε, Βούλα Κοκολάκη, Ερατώ Καπετανάκη, Εύη Λαζούρα, Θεοδώρα Σαμαρά, Νικόλας Ταβλάς.
Χρησιμοποίησε λαδοχρώματα σε χαρτί Hahnemühle 310 γρ. ή Royal Talens 240 γρ. στα 40×30 εκ. Συχνά η προετοιμασία του χαρτιού ήταν ακρυλική. Τα έργα είναι υπογεγραμμένα μόνο στην πίσω όψη. Στην παραγωγή των πινάκων εικονογράφησης βοηθοί του ήταν η Μάρα Αποστολάκη, η Ντανιέλα Καζάνου, η Μαριάνα Γκίκα, η Νάντια Σπάρταλη και η Δήμητρα Σπάρταλη. Τις εικόνες φωτογράφισαν η Αγγελική Σβορώνου και ο Γιάννης Μπούσδογλου.
ΝΙΚΟΣ ΤΡΑΝΤΑΣ