Σε μια περίοδο που ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές σε όλο τον κόσμο γνωρίζουν το ελαιόλαδο αυξάνοντας την παγκόσμια κατανάλωση, η Ελληνική παραγωγή τόσο σε ποσότητα όσο και σε συνολική αξία μειώνεται, αναφέρει ο Διευθύνων Σύμβουλος της Proactive, Γεωπόνος Νίκος Μπουνάκης. Διαβάσαμε ένα κείμενό του (Olivenews) και σταχυολογώ ορισμένα από τα εξαιρετικά σημαντικά και πλήρως αληθινά που επεσήμανε:
H οικονομία της Κρήτης χάνει από 100-400 εκατομμύρια το έτος, σε σχέση με την αξία του ελαιολάδου το 2005.
Η Ελληνική παραγωγή ελαιολάδου όχι μόνο δεν μπορεί να αξιοποιήσει την παγκόσμια αύξηση, αλλά κινδυνεύει να χάσει την 3η θέση στην παγκόσμια παραγωγή, από την Τυνησία, αλλά και από τη σημαντική αύξηση της παραγωγής στην Τουρκία.
Η δυνατότητα παραγωγής ελαιολάδου στη χώρα μας μπορεί να κυμανθεί από 700.000-900.000 χιλιάδες τόνους το χρόνο, δηλαδή διπλάσιες και τριπλάσιες ποσότητες από τις σημερινές και, με δεδομένο ότι το 80% του Ελληνικού ελαιολάδου ανήκει στην κατηγορία του έξτρα παρθένου, σε αντίθεση με το 65% του Ιταλικού και 30% του Ισπανικού, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την απόκτηση ηγετικής θέσης.
Η τιμή παραγωγού υπολείπεται σχεδόν 1,5-2,5 ευρώ σε σχέση με την τιμή που απολαμβάνει ο Ιταλός παραγωγός, ενώ είναι στα ίδια επίπεδα με τις τιμές που απολαμβάνουν οι Ισπανοί παραγωγοί. Ακόμα και οι Τυνήσιοι παραγωγοί απολαμβάνουν υψηλότερες τιμές από τους Έλληνες συναδέλφους τους.
Οι χαμηλές τιμές σε συνδυασμό με το μικρό και πολύ-τεμαχισμένο κλήρο δεν δίνουν ένα βιώσιμο εισόδημα στον Έλληνα ελαιοπαραγωγό. Οι παραγωγοί είναι απαραίτητο να εκσυγχρονίσουν την καλλιέργειά τους εισάγοντας νέες τεχνολογίες, ενώ οι μεταποιητές ελαιουργοί, -οι οποίοι έχουν την ευθύνη για την παραλαβή, έκθλιψη και επεξεργασία του ελαιόκαρπου- πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με τα μέτρα που επιβάλουν τα Συστήματα Ασφάλειας και Ποιότητας Τροφίμων.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΛΩΝΤΖΑΣ