Ακόμα και μούρ(ν) α είδα να πωλούνται σε παντοπωλείο της πόλης μας. Πάντα θα μου θυμίζουν τη μουρνιά και τα νόστιμα μούρνα της παιδικής μου ηλικίας, στο σπίτι του παραλιακού δρόμου.
¡ Τα μούρα περιέχουν αντιοξειδωτικά, ιχνοστοιχεία και φυτικές ίνες. Τα μαύρα μούρα είναι τα πιο νόστιμα από τα άλλα είδη και τρώγονται σκέτα ως φρούτο, αλλά χρησιμοποιούνται και για την παρασκευή χυμών. Τα κόκκινα μούρα έχουν χρώμα ανοιχτό πορφυρό, γεύση πολύ γλυκιά και χρησιμοποιούνται κυρίως στην παρασκευή μαρμελάδων.
¡ Ο Μανόλης Πιτυκάκης στο λεξικό του αναφέρει τις λέξεις μουρνόρακη (το απόσταγμα των μαύρων μούρων), μουρνοσόροπο (σιρόπι από μαύρα μούρα), μουρνοποδιά (γυναικεία μπροσταποδιά που φοριέται όταν μαζεύονται μούρα), μουρνοβάφω (βάφω τσαπατσούλικα), ενώ υπάρχει και η λέξη μουρνιά για να δηλώσει τον καρκίνο του δέρματος (μοιάζει με μαύρα μούρα).
¡ Στο βιβλίο του Γ. Ιεραπετρίτη «Το Βραχάσι κατά την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου 1940-1950» διαβάζουμε: «Τα παιδιά ανέβηκαν στις πελώριες μαυρομουρνιές που περιέβαλλαν το εκκλησάκι και χόρτασαν με μούρνα. Κατεβαίνοντας από τις μουρνιές ήσαν αγνώριστοι. Μούτρα, χέρια και ρούχα ήσαν όλο κόκκινες μουτζούρες. Στη συνέχεια πήγαν όλοι μαζί στο Καβούσι του Αγιασμένου στο Βραχάσι για πλύσιμο. Το νερό άλλαξε χρώμα, φαινόταν σαν βυσσινάδα!».
ΛΕΩΝ.Κ