Πυκνές εξορμήσεις στις τουριστικές περιοχές της χώρας ετοιμάζει για το προσεχές διάστημα ο ελεγκτικός μηχανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), στο πλαίσιο του γενικότερου σχεδίου δράσης που έχει εκπονηθεί για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ του κρατικού καναλιού.
Σε τοπικό επίπεδο δεν έχει δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στους ελέγχους αυτή την περίοδο, πέρα από την καθιερωμένη. «Από την έναρξη της τουριστικής σεζόν υπάρχουν έλεγχοι», αναφέρει καλά πληροφορημένη πηγή, δίνοντας το στίγμα των ελέγχων που συντελούνται στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Κρήτης.
Σε ό,τι αφορά τους επικείμενους ελέγχους, ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην έκδοση αποδείξεων από τους υπόχρεους, καθώς η μη τήρηση του νόμου έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές απώλειες στο σκέλος του ΦΠΑ, «πηγή» από την οποία το Ελληνικό Δημόσιο χάνει σε ετήσια βάση πάνω από 5,5 δισ. ευρώ. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που δε θα περάσει απαρατήρητο ούτε σε τοπικό, αλλά ούτε σε εθνικό επίπεδο. Στις επιχειρήσεις που εντοπίζονται να μην κόβουν αποδείξεις, αρχικά επιβάλλεται πρόστιμο, αλλά εάν είναι πάνω από 10 οι αποδείξεις που δεν κόπηκαν ή η αξία τους υπερβαίνει το ποσό των 500 ευρώ, τότε οι ελεγκτές βάζουν «λουκέτο».
Ειδικότερα, σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου, ή έκδοσης, ή λήψης ανακριβούς στοιχείου, για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα. Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο των 250 ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικών βιβλίων και των 500 ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικών βιβλίων. Σε περίπτωση υποτροπής, δηλαδή της διαπίστωσης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο 100% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα. Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο από το ποσό των 500 ευρώ σε περίπτωση απλογραφικών βιβλίων και των 1.000 ευρώ σε περίπτωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων. Στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο 200% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα. Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο των 1.000 ευρώ σε περίπτωση απλογραφικών βιβλίων και των 2.000 ευρώ σε περίπτωση διπλογραφικών βιβλίων.
Στην περίπτωση που κατά τον επιτόπιο έλεγχο διαπιστωθεί η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση περισσοτέρων από 10 παραστατικών πώλησης ή εφ’ όσον διαπιστώνεται ότι η αξία των παραστατικών πώλησης τα οποία δεν εκδόθηκαν ή εκδόθηκαν ανακριβώς υπερβαίνει τα 500 ευρώ, ανεξαρτήτως του πλήθους τους, αναστέλλεται άμεσα για 48 ώρες η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος.
Να σημειωθεί, τέλος, πως το δεδομένο της πανδημίας και η ακρίβεια έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα στην αγορά και τους επιχειρηματίες και σε τοπικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να υπάρχει προσπάθεια να αποφευχθούν τα υψηλά πρόστιμα. «Κανείς δεν μπορεί να κάνει τα στραβά μάτια στην παρανομία και δεν θα γίνεται κάτι τέτοιο. Υπάρχει όμως προσπάθεια να δίνονται οι κατάλληλες συμβουλές στους επαγγελματίες για να τηρούν σωστά τα προβλεπόμενα και ν’ αποφεύγουν τα πρόστιμα», όπως αναφέρει η ίδια πηγή. Γνώμονας των αρχών να μην υπάρχει παρανομία, αλλά να γίνει κατανοητό στην τοπική αγορά πως δεν μπορεί να βασιλεύει η αυθαιρεσία.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ