Ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Χανσενικών Γεώργιος Τζεμανάκης βρέθηκε ξανά στα μέρη μας, στη Σπιναλόγκα όπου γεννήθηκε και πόνεσε! Δημοσιεύω ξανά λίγα από τα όσα μας είχε διηγηθεί για τη ζωή του ο Γεώργιος Τζεμανάκης, γιατί είναι από τα πιο συγκλονιστικά λόγια που έχω ακούσει από άλλον άνθρωπο:
«Γεννήθηκα στις 22 Απρίλιου του 1950, στο νησί του πόνου και των βασάνων, στη Σπιναλόγκα. Ο πατέρας μου και η μητέρα μου μπήκαν σε αυτό το νησί από μικρά παιδιά. Η μητέρα μου ήταν 10 και ο πατέρας μου 12 ετών, συνοδεία από την τότε χωροφυλακή. Στη Σπιναλόγκα έκανα τα πρώτα μου βήματα σαν παιδάκι. Εκεί πήγα στο σχολείο στην Α΄ Δημοτικού
Στη Σπιναλόγκα, αν δεν ξέρετε, γεννήθηκαν 104 παιδιά. Το Μάιο του 1956, που έφυγα από το νησί, ήμασταν 22 παιδιά, τα οποία τα έφεραν στην Αθήνα στο νοσοκομείο του Λοιμωδών, χωριστά από τους γονείς τους. Σαν παιδί στην Σπιναλόγκα έζησα λίγες χαρές και πολλή στεναχώρια και πόνο από τους αρρώστους. Ξέρεις τί είναι να βλέπεις μικρό παιδί, ανθρώπους χωρίς χέρια, χωρίς πόδια και κατεστραμμένα πρόσωπα από τη λέπρα.
Συναντιόμαστε κρυφά κάθε βράδυ με τη μάνα μας. Όταν χωρίζαμε πηγαίναμε στα πεζουλάκια του Αγίου Γεωργίου, που εκεί μας έλεγε διάφορες ιστορίες ο Επαμεινώντας Ρεμουντάκης και άλλοι άρρωστοι. Τον Επαμεινώντα εμείς τον φωνάζαμε παππού. Όλα αυτά γινόντουσαν κρυφά γιατί δεν επιτρέπανε να έρθουν σε επαφή ούτε με τους γονείς ούτε και τους αρρώστους.
Χαρές και πανηγύρια από όλους τους αρρώστους, όταν ξαφνικά ήρθε το φάρμακο της λέπρας. Τρεις μέρες χτυπούσαν οι καμπάνες στον Άγιο Παντελεήμονα και στον Άγιο Γεώργιο και το όνομα του φαρμάκου ήταν Γιαζόνκ. Άρχισαν αμέσως να το χορηγούν, πρώτα στους αρρώστους με τις πληγές και μετά σε όλους και σε εμάς τα παιδιά. Μετά από λίγο καιρό ακούγαμε τους ανθρώπους να λένε ότι πάνε καλύτερα.
Το Μάιο του 1956 άρχισε να αδειάζει το νησί. Θυμάμαι την ημέρα, Παρασκευή 15 Μαΐου ήρθε ένα λεωφορείο της εποχής και τρία τζιπάκια της χωροφυλακής, πήραν πρώτα εμάς τα παιδιά. Όταν βγήκαμε στην Πλάκα μας έβαλαν στο λεωφορείο, άκουσα κάποιον που είπε: «φεύγουν τα λεπρoπαίδια». Θα το θυμάμαι όσο ζω, που ακόμα και μέχρι σήμερα υπάρχει αυτή η προκατάληψη.
Μας πήγαν στο Ηράκλειο μας έβαλαν στο πλοίο Αγγέλικα, συνοδεία της χωροφυλακής και στην απομόνωση θυμάμαι ότι πολλοί επιβάτες μας κοιτούσαν περίεργα. Τελικός προορισμός το Λοιμωδών. Σε χειρότερη φυλακή, μάντρα γύρω-γύρω και σύρματα διπλά. Μετά από λίγους μήνες ξαναείδα τους γονείς μου».
ΛΕΩΝ.Κ.