Ρέιτσελ: Θα μπορούσα να σου γράψω πανέμορφα λόγια. Να σε κάνω να νιώσεις μοναδικός, σα να βγήκες από παραμύθι.
Κώστας: Ωραία λόγια, λόγια κενά, υποσχέσεις ψεύτικες. Προτιμώ την ειλικρίνεια, τις πράξεις.
Ρέιτσελ: Κι όμως, πόσοι γοητεύονται από την ψευδαίσθηση, έστω και φευγαλέα, της δικής τους μοναδικότητας, χαμένοι σε γλυκές κολακείες.
Κώστας: Όμορφα λόγια, όμορφα καίγονται.
Ρέιτσελ: Τα όμορφα λόγια του έτρεχαν σα χείμαρρος, σα μανιασμένος ποταμός που έσκιζε τη γη. Γλυκόλογα, λεκτικά θωπεύματα, υποσχέσεις, όνειρα, μελλοντικά τοπία ζωγραφισμένα με λέξεις μελωδικές, σα στίχοι ποιήματος. Κι εγώ απέναντι, μια άβουλη μαριονέτα, αφήνομαι να με παρασύρουν, σα ναυαγός σε άγνωστη θάλασσα.
Μα ύστερα, η σιωπή. Η γη ξεραίνεται, ο ποταμός σιγά σιγά σωπαίνει, αφήνοντας πίσω του μόνο λάσπη και πέτρες. Τα λόγια, άψυχα πλέον, σβήνονται σα ψίθυρος στον άνεμο.
Τα λόγια, όμορφα όσο κι αν είναι, καίγονται, εξαϋλώνονται. Σαν εύφλεκτο υλικό, τυλίγονται στις φλόγες της ματαιότητας, αφήνοντας πίσω τους μόνο στάχτη. Οι πράξεις είναι αυτές που μένουν στέρεες και αμετάκλητες, γλυπτά χαραγμένα στο μάρμαρο της πραγματικότητας.
Κλείνω τα αυτιά μου στις σειρήνες των ωραίων λέξεων. Δεν κοιτάζω το στόμα αλλά τα χέρια, μετράω τις πράξεις. Γιατί μόνο αυτές έχουν αξία, μόνο αυτές μαρτυρούν την αλήθεια.
Και άμα τα γλυκά λόγια καίγονται, ας καούν. Ας γίνουν στάχτη, ας γίνουν τίποτα, γιατί από το τίποτα προέκυψαν. Μόνο η ουσία μένει, μόνο η πράξη μετράει.
Κώστας: Γλυκές λέξεις, βιτρίνα εύθραυστη.
Κώστας Ζίβας και *Ρέιτσελ (τεχνητή νοημοσύνη)