Από την Παρασκευή 1η Οκτωβρίου έχει ξεκινήσει η φετινή αποστακτική περίοδος στην περιφέρεια αρμοδιότητας του Τελωνείου Αγίου Νικολάου.
Η ρακή είναι η κρητική τσικουδιά. Κανονικά, με τη λέξη ρακή εννοούμε κάθε είδους οινοπνευματώδες ποτό που προέρχεται από απόσταξη, ενώ με τη λέξη τσικουδιά εννοούμε το ποτό που προέρχεται από την απόσταξη των στράφυλων. Ο καθηγητής Μιχάλης Κασσωτάκης στο «Γλωσσικό Ιδίωμα των κατοίκων του Οροπεδίου Λασιθίου» αναφέρει ότι ορισμένοι, εκτός Κρήτης κυρίως, χρησιμοποιούν για την υποδήλωση του συγκεκριμένου αλκοολούχου ποτού το ουδέτερο ρακί. Στην Κρήτη χρησιμοποιείται ο παραπάνω όρος στο θηλυκό γένος. Λέγεται π.χ. «βάλε μου μια ρακή» (και όχι ένα ρακί).
* Η συνήθης κρητική ρακή παράγεται από την απόσταξη των υπολειμμάτων πατημένων σταφυλιών, τα στράφυλα (στέμφυλα, από το αρχαιοελληνικό: στέμφω -εξ’ ου στέμφυλα > στράφυλα, με ανάπτυξη του -ρ- και αποβολή του -μ). Υπάρχουν, όμως, και άλλα είδη ρακής, όπως η μουρνόρακη (παράγεται από μούρα), η συκόρακη (παράγεται από σύκα) και η φετσόρακη (κακής ποιότητας ρακή που παράγεται από φέτσες κρασιών).
* Εκτός από δυνατό οινοπνευματώδες ποτό, η ρακή χρησιμοποιείται συχνά και ως… φάρμακο. Λέμε ότι υποβοηθεί τη χώνεψη, ότι μειώνει την πίεση και ότι έχει απολυμαντικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες. Παλιά ήταν χρήσιμη και για εντριβές σε κρυολόγημα ή γρίπη. Ιδιαίτερα αποτελεσματικό για την τελευταία περίπτωση θεωρείται το ρακόμελο, ζεστή ρακή ανακατεμένη με μέλι.
* Συχνή είναι, επίσης, η χρήση της ρακής ως παυσίπονου για τους πονόδοντους. Προσωπικά έκανα συχνή χρήση της γιατί από μικρός είχα προβλήματα με τα δόντια μου! Ακόμα μια χρήση της, που η μητέρα μου εφάρμοζε στην παιδική ηλικία, ήταν να βγάζει τις… κάσες (τις ακαθαρσίες, στην ντοπιολαλιά) γύρω από το λαιμό μου. Τα ζεστά μπάνια ήταν δύσκολη υπόθεση τότε, οπότε ο γρήγορος καθαρισμός γίνονταν με ένα πανί εμποτισμένο με ρακή!
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΛΩΝΤΖΑΣ