Η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει την επισιτιστική της αυτονομία, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα ψάρια: Οι εισαγωγές εκτός Ε.Ε. αντιπροσωπεύουν ήδη περισσότερο από το 71% του συνολικού όγκου των ψαριών που καταναλώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση που εκπόνησε η Ένωση Εργοδοτών στη βιομηχανία αλιείας (Fedepesca).
Η έκθεση έδειξε ότι το 69% των εισαγόμενων αλιευμάτων προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Μαρόκο και το Περού. Ο ΧαβιέΓκαράτ, Γενικός Γραμματέας της αντίστοιχης Ισπανικής ένωσης προειδοποιεί μάλιστα ότι το πρόβλημα είναι «πολύ παρόμοιο με αυτό των αγροτών και των κτηνοτρόφων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση»: Όπως λέει, «η ισχυρή ρυθμιστική πίεση για περιβαλλοντικούς λόγους προκαλεί την έγκριση κανονισμών με τους οποίους είναι αδύνατο να συμμορφωθούν οι επαγγελματίες αλιείς. Ορισμένοι κανονισμοί μάλιστα απειλούν την ίδια την επιβίωση του κλάδου».
Ε.Ε. Η κύρια αγορά ψαριών στον κόσμο
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η κύρια αγορά στον κόσμο για ψάρια και αλιευτικά προϊόντα και ο τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο, πίσω από την Κίνα, την υπόλοιπη Ασία και την Αμερική.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Fedepesca, ενώ το 2013 ο ευρωπαϊκός αλιευτικός στόλος αποτελούταν συνολικά από 86.818 πλοία, το 2021 είχε μειωθεί, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, σε 74.551. Δηλαδή 12.262 λιγότερα σκάφη. «Οι ψαράδες φοβούνται περισσότερο τις διοικητικές καταιγίδες παρά αυτές της θάλασσας», λέει ο Γκαράτ. Προσθέτει ότι οι αλιείς πρέπει να μπουν στο επίκεντρο της συζήτησης για την αλιευτική πολιτική της Ε.Ε. και απαιτεί «όλοι να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις».
Οι αλιείς διαμαρτύρονται γιατί οι συνάδελφοί τους εκτός Ε.Ε., δεν συμμορφώνονται με τους ίδιους περιβαλλοντικούς μηχανισμούς, που απαιτούνται για τους Ευρωπαίους, με αποτέλεσμα τα εισαγόμενα ψάρια να διατίθενται σε τιμές χαμηλότερες.
Αντιδρούν και οι ιχθυοπώλες
Οι αλιευτικοί στόλοι δεν είναι οι μόνοι που επηρεάζονται. Η Μαρία Λουίζα Αλβάρεθ, γενική διευθύντρια της Fedepesca, λέει ότι «η περιβαλλοντική εμμονή των Βρυξελλών θέτει σε κίνδυνο πολλούς ιχθυοπώλες» , με αποτέλεσμα το κλείσιμο χιλιάδων καταστημάτων τα τελευταία χρόνια.
Η Fedepesca κάνει λόγο για «αθέμιτο ανταγωνισμό από αλιευτικούς ομίλους που εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά προϊόντων χωρίς τις ελάχιστες εγγυήσεις κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας». Ο αλιευτικός τομέας, αναφέρει η Ενωση, γνωρίζει πώς εξαρτάται από την υγεία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και είναι ο πρώτος που ενδιαφέρεται να προστατεύσει τις θάλασσες και τους ωκεανούς για να διαφυλάξει το μέλλον του και τη δραστηριότητά του. Υποστηρίζει πάντως ότι η αυστηρή ρυθμιστική πίεση στην Ευρώπη ρίχνει τον αλιευτικό κλάδο στα …σχοινιά.
Τα επίσημα στοιχεία
Η «αγορά ψαριών της Ε.Ε.» είναι μια ολοκληρωμένη ανάλυση του κλάδου αλιείας και υδατοκαλλιέργειας της Ε.Ε. που δημοσιεύεται κάθε χρόνο από το 2014. Εκπονείται από το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο της Αγοράς για Προϊόντα Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (EUMOFA), μια υπηρεσία πληροφοριών αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναπτύχθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η EUMOFA εργάζεται για να αυξήσει τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα της αγοράς, αναλύει τη δυναμική των αγορών της Ε.Ε. και υποστηρίζει τη χάραξη πολιτικής που βασίζεται σε στοιχεία.
Υψηλότερες τιμές, λιγότερη κατανάλωση
Το 2022, οι δαπάνες των νοικοκυριών για προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας στην Ε.Ε.-27 αυξήθηκαν κατά σχεδόν 11% σε σύγκριση με το 2021, επιταχύνοντας την ανοδική τάση που ξεκίνησε το 2018. Ο κλιμακούμενος πληθωρισμός είχε σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές των τροφίμων, ιδιαίτερα των ψαριών, προκαλώντας αύξηση των τιμών τους κατά περισσότερο από 10% από το 2021 έως το 2022.Ο πληθωρισμός οδήγησε σε σημαντική μείωση της κατανάλωσης ψαριών στο σπίτι, η οποία σημείωσε πτώση σχεδόν 17% στις χώρες της Ε.Ε. με την υψηλότερη κατανάλωση από το 2021 έως το 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία Europanel/Kantar/GfK.
Ο πληθωρισμός έχει αντίκτυπο στις εξαγωγές
Η αξία των εξαγωγών της Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 19% φτάνοντας τα 8,1 δισ. ευρώ. Ωστόσο, ο όγκος του συνέχισε την πτωτική τάση που παρατηρήθηκε το 2021, μειώνοντας κατά 5% σε 2,3 εκατομμύρια τόνους.
Διάφοροι παράγοντες επηρέασαν τις εμπορικές ροές της Ε.Ε. το 2022. Ο κύριος παράγοντας ήταν η άνοδος του πληθωρισμού, εν μέρει συνδεδεμένη με την ανάκαμψη του COVID-19 που οδήγησε σε αύξηση της ζήτησης και συνακόλουθες αυξήσεις τιμών. Επιπλέον, η ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία είχε σημαντικό αντίκτυπο, καθώς αύξησε το κόστος ενέργειας και παραγωγής, συμβάλλοντας στον παγκόσμιο πληθωρισμό που επηρέασε τις συναλλαγματικές ισοτιμίες.
Επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου
Καθώς η αξία των εισαγωγών αυξήθηκε περισσότερο από την αξία των εξαγωγών, το εμπορικό έλλειμμα της Ε.Ε. ήταν 25%, 4,73 δισεκατομμύρια ευρώ υψηλότερο το 2022 από ό,τι το 2021.Τη δεκαετία 2013-2022, το έλλειμμα αυξήθηκε κατά 56% σε πραγματικούς όρους. Όλες οι χώρες της Ε.Ε. με ελλείμματα άνω του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ παρουσίασαν επιδείνωση της κατάστασης από το 2021 έως το 2022. Οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. παρατήρησαν αύξηση της αξίας τόσο στις εξαγωγές όσο και στις εισαγωγές, ενώ οι όγκοι μειώθηκαν.
Βασική δυναμική των κύριων ειδών
Σολομός: Το 2022, οι εισαγωγές σολομού στην Ε.Ε. μειώθηκαν κατά 3% από το 2021, αλλά η αξία τους αυξήθηκε κατά 28%, φτάνοντας στο υψηλό δέκα ετών των 8,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι εισαγωγές σολομού από τη Νορβηγία αντιπροσώπευαν το 83% της αύξησης αξίας που παρατηρήθηκε το 2022, με 33% αύξηση στη μέση τιμή εισαγωγής τους σε σύγκριση με το 2021.
– Γαρίδες: Αντιπροσώπευαν το 10% του όγκου και το 15% της αξίας των εισαγωγών της Ε.Ε. το 2022, οι γαρίδες παρουσίασαν αύξηση 2% στον όγκο των εισαγωγών και 17% αύξηση στην αξία των εισαγωγών σε σύγκριση με το 2021. Το 2022, ο Ισημερινός, η Ινδία και το Βιετνάμ αύξησαν τα μερίδια αγοράς τους και κυμαίνονται μεταξύ 1% και 2% σε όγκο και αντιπροσώπευαν το 89% της αύξησης της αξίας των εισαγωγών γαρίδας. Η Αργεντινή, από την άλλη πλευρά, έχασε περίπου το 3% του μεριδίου αγοράς της από το 2021 έως το 2022.
– Μπακαλιάρος: Ένα από τα πιο δημοφιλή είδη στους καταναλωτές της Ε.Ε. Το 2022, οι ποσοστώσεις γάδου Νορβηγίας/Ρωσίας στη Θάλασσα του Μπάρεντς μειώθηκαν κατά 20% και η προσφορά στην αγορά της Ε.Ε. μειώθηκε κατά 7%. Η μέση τιμή του προϊόντος για τον μπακαλιάρο αυξήθηκε κατά 29%, από 5,05 σε 6,53 €/κιλό, με αποτέλεσμα η αξία των εισαγωγών να εκτιναχθεί κατά 20% πάνω από την τιμή του 2021.
– Τόνος: Το 2022, ο τόνος αντιπροσώπευε το 10% των συνολικών όγκων και της αξίας των ψαριών που εισήχθησαν στην Ε.Ε., με αύξηση 1% σε όγκο και 29% αύξηση στην αξία σε σύγκριση με το 2021. Ο τόνος skipjack αντιπροσώπευε το 53% του όγκου των εισαγόμενων και το 49% της εισαγόμενης αξίας, ακολουθούμενος από τον κιτρινόπτερο τόνο που αντιπροσώπευε το 32% του όγκου και της αξίας.
– Πόλοκ της Αλάσκα: Ενώ ο όγκος των εισαγωγών του παρέμεινε σταθερός το 2022, η αξία των εισαγωγών του αυξήθηκε κατά 31% στα 986 εκατομμύρια ευρώ. Η αύξηση της αξίας των εισαγωγών οφείλεται κυρίως στη σημαντική αύξηση των τιμών.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ