Σε μπακάλικο της πόλης είδαμε να πωλείται κεντανές και φρύο. Θυμήθηκα δύο παλιές ιστορίες από την εποχή που ήμουν φοιτητής. Είχα πάει σε εστιατόριο και τη μια φορά ζήτησα χοιρινό με κεντανέ και την άλλη φορά μια σαλάτα φρύο. Αναγκάστηκα να κάνω… μετάφραση στο σερβιτόρο. Ότι κεντανές είναι τα πράσα και φρύο είναι το λάχανο.
¡ Ο κεντανές είναι το πράσο (κρόμμυον το πράσον), συγγενές με το κρεμμύδι, με μακριά σπαθωτά φύλλα. Είναι μονοετές ή και διετές και όταν κόβεται ανανεώνεται. Είναι αγνώστου ετυμολογίας, προφανώς ξενικής προέλευσης, αναφέρει ο Μανώλης Πιτυκάκης και συμπληρώνει ότι στη λαϊκή φαρμακευτική τον χρησιμοποιούσαν για τα ούλα των παιδιών και σαν επίθεμα σε διογκωμένα νεύρα. Ο Γιάννης Κριτσωτάκης στο «Στειακό Λεξιλόγιο» αναφέρει ότι «η λέξη προέρχεται από το ιαπ. ken=ξίφος+τρανής-τρανές, κεν+τρανές-κεν+τ(ρ)ανές-κεντανές (λόγω ομοιότητας των φύλλων με το ξίφος)».
Το «σφαιροειδές και συμπαγές» φρύο
Όσο για το φρύο είναι το λάχανο, «η σφαιροειδής με συμπαγή κάπως και τραγανά λευκά φύλλα, κεφαλή της κράμβης της λαχανώδους». Τρώγεται και μαγειρεμένο και ωμό σαλάτα.
¡ Όλες οι κράμβες- φυλλάδες- αναφέρει ο Μ. Πιτυκάκης δεν μετατρέπονται σε λάχανα. Αυτό εξαρτάται κυρίως από τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν κατά την ανάπτυξή του, αλλά και την περιποίηση. Αν στην εποχή που αναπτύσσονται και κάνουν «καρδιά» επικρατούν ζέστες, τα φρύα δεν φρυώνουν (δεν παράγουν φρύα). Αντίθετα αν ο καιρός είναι ψυχρός πολύ, τότε φρυώνουν. Προφανώς η φύση προέβλεψε, όπως και σε τόσες άλλες περιπτώσεις, για να μην καταστραφεί ο σπόρος αναπαραγωγής από το δυνατό κρύο, να τον καλύψει με ένα αδιαπέραστο φράγμα πυκνών πεπιεσμένων φύλλων.
«Οι μισές μου φυλλάδες γυρίσανε φρύα» (έκφρ.). Η λέξη προφανώς προέρχεται από το φρύγιος (=-ξηρός, στεγνός) φρύγιον- φρύο.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΛΩΝΤΖΑΣ