Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος αποτύπωσε σε χάρτη το κλιματικό μέλλον της Ευρώπης. Για το διάστημα 2030-2060 αναμένεται διπλασιασμός των ημερών καύσωνα κι η Κρήτη φιγουράρει με το βαθύ κόκκινο χρώμα, λόγω υψηλών θερμοκρασιών στο χάρτη αυτό, την ώρα που η υπόλοιπη χώρα έχει μικρότερο κίνδυνο.
Από την άλλη πλευρά η Ακαδημία Αθηνών σε έκθεση της, προβλέπει πώς μέχρι τα μέσα του αιώνα θα προστεθούν ακόμη 15-20 ημέρες καύσωνα στην Ελλάδα ανά έτος. Ο κίνδυνος πυρκαγιάς θα αυξηθεί κατά 35 ημέρες ανά έτος σε ανατολική Ελλάδα, Πελοπόννησο, Αττική και Κρήτη, θέτοντας σε κίνδυνο αφανισμού τα ελληνικά δάση, στοιχείο εξαιρετικά ανησυχητικό.
«Για την Περιφέρεια Κρήτης, με βάση το σενάριο του περιφερειακού σχεδιασμού για την κλιματική αλλαγή, προβλέπεται αύξηση της μέσης ετήσιας θερμοκρασίας, η οποία κυμαίνεται από 1,4°C για την περίοδο 2021-2050 έως 3,1°C για την περίοδο 2071-2100», επισημαίνει ο Αντιπεριφερειάρχης Περιβάλλοντος Νίκος Ξυλούρης.
«Σύμφωνα πάντα με την Έκθεση της ΕΜΕΚΑ προβλέπεται επίσης σημαντική εκατοστιαία μείωση του μέσου ετήσιου υετού, η οποία κατά την περίοδο 2021-2050 θα προσεγγίσει το 15%. Η προβλεπόμενη αύξηση της θερμοκρασίας και η μείωση της βροχόπτωσης, αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση της διάρκειας των ξηρών περιόδων, ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα όπου αναμένονται 20 επιπλέον ημέρες ξηρασίας την περίοδο 2021-2050 και μέχρι 40 επιπλέον ημέρες την περίοδο 2071-2100», επισημαίνει.
Ανησυχία για τις πυρκαγιές
Με την άνοδο της θερμοκρασίας και την αύξηση των περιόδων ξηρασίας, αναμένεται να αυξηθεί και ο αριθμός των πυρκαγιών κατά τη διάρκεια της θερινής περιόδου, καθώς και η συνολική καμένη έκταση, ενώ αντίθετα προβλέπεται μείωση του διαστήματος μεταξύ δύο διαδοχικών πυρκαγιών. Τα δάση της Κρήτης, μαζί με αυτά της νότιας ηπειρωτικής χώρας αναμένεται να επηρεασθούν περισσότερο από τις δασικές πυρκαγιές.
Αλλά και η έκθεση της Ακαδημίας Αθηνών επισημαίνει πως κατά τις ερχόμενες δεκαετίες αναμένεται να εκδηλωθούν δασικές πυρκαγιές με αυξανόμενο μέγεθος και ένταση, λόγω της σημαντικής αύξησης του αριθμού των ημερών με καιρικές συνθήκες που ευνοούν την έναρξη και εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών. Μεγαλύτερο θα είναι το πρόβλημα στις περιοχές με πευκοδάση, όπου οι μεγάλες πυρκαγιές θα είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθούν από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, όχι μόνο σε περιοχές με πολύπλοκο ανάγλυφο αλλά και σε εκτάσεις με θαμνώδη βλάστηση.
Η ζωή των πολιτών
Αρνητικές επιπτώσεις αναμένονται σε πολλούς τομείς της οικονομίας και στη ζωή των πολιτών. Πολυάριθμες οικίες, τουριστικές εγκαταστάσεις, γεωργικές εκμεταλλεύσεις και βιομηχανικές υποδομές θα επηρεαστούν, ιδιαίτερα στη ζώνη διεπαφής του οικιστικού ιστού- φυσικού περιβάλλοντος όπου και τα προληπτικά μέτρα προστασίας από τις πυρκαγιές κρίνονται επιτακτικά αναγκαία. Αναμένεται ότι φυσικές περιοχές που αποτελούν ενδιαιτήματα της άγριας ζωής, χλωρίδας και πανίδας θα αντιμετωπίσουν επίσης έντονες και μεγάλες πυρκαγιές. Ιδιαίτερη έμφαση προληπτικής διαχείρισης θα πρέπει να δοθεί στις προστατευόμενες περιοχές, αλλά και εκείνες που φιλοξενούν ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία της χώρας.
Πρέπει να γίνουν προσπάθειες αποκατάστασης
Σύμφωνα με την ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), που δημοσιεύτηκε, απαιτούνται προσπάθειες αποκατάστασης και καλύτερη διαρκής διαχείριση των οικοσυστημάτων για τη διασφάλιση μιας σειράς οφελών από υγιή φύση-στην υγεία των ανθρώπων, την επισιτιστική ασφάλεια και την αποτελεσματική δράση για το κλίμα.
Η ενημέρωση του ΕΟΧ «Η σημασία της αποκατάστασης της φύσης στην Ευρώπη» συνοψίζει βασικά στοιχεία για το γιατί τα ευρωπαϊκά οικοσυστήματα χρειάζονται επειγόντως συντονισμένες προσπάθειες αποκατάστασης τόσο εντός των υφιστάμενων καθορισμένων προστατευόμενων περιοχών όσο και εκτός αυτών των χώρων, όπως σε διαχειριζόμενα δάση, γεωργικές εκτάσεις, θάλασσες και αστικές περιοχές.
Η αποκατάσταση των κατεστραμμένων ποταμών, λιμνών, υγροτόπων, δασών, λιβαδιών, θαλάσσιων οικοτόπων και άλλων οικοσυστημάτων όχι μόνο θα βελτίωνε τη συνολική ανθεκτικότητα και την ποιότητα της φύσης στην Ευρώπη, αλλά θα απέφερε πολλά ευρύτερα κοινωνικά οφέλη. Για παράδειγμα, η υγεία των ενδιαιτημάτων για επικονιαστές, όπως οι μέλισσες και τα σκαθάρια, είναι κρίσιμη για τη μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια στην Ευρώπη. Η κατάσταση των δασών και των υγροτόπων είναι ζωτικής σημασίας για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και τα υγιή οικοσυστήματα παρέχουν επίσης καλύτερη προστασία από ακραία καιρικά φαινόμενα και ρύπανση.
Σύμφωνα με την τελευταία αξιολόγηση του ΕΟΠ «Η κατάσταση της φύσης στην ΕΕ 2020», το 81% των προστατευόμενων οικοτόπων, το 39% των προστατευόμενων πτηνών και το 63% των άλλων προστατευόμενων ειδών βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Πολλοί σωρευτικοί παράγοντες συμβάλλουν στις πιέσεις στη φύση στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της εντατικής γεωργίας, της κατάληψης γης, της ρύπανσης, της μη βιώσιμης δασοκομίας και της κλιματικής αλλαγής.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ