Ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευγένιος, μέσα από την συνέντευξη που παραχώρησε στην ΑΝΑΤΟΛΗ, στέλνει το δικό του ξεχωριστό μήνυμα αγάπης, καταδίκης του πολέμου και γενικώς της ακρότητας, σε κάθε επίπεδο της ζωής. «Μην έχουμε αυταπάτες για παγκόσμια ειρήνη, εάν πρώτα δεν ειρηνέψουμε με τον ίδιο μας τον εαυτό, ο πόλεμος ξεκινά και από το ανειρήνευτο των καρδιακών χώρων κάποιων ανθρώπων», δηλώνει χαρακτηριστικά. Μίλησε για το ρόλο της Εκκλησίας ως πνευματικού ταγού μέσα στις διαδοχικές κρίσεις που βιώνουμε. Και φυσικά στέκεται και επισημαίνει τη σπουδαιότητα της επιρροής που άσκησε – και ασκεί ακόμη και σήμερα – στην ποιμαντική του πορεία και δράση ο Μακαριστός Μητροπολίτης Πέτρας και Χερρονήσου, κυρός Νεκτάριος, «ο πνευματικός του πατέρας», όπως πάντα λέει. Κλείνοντας, σημειώνει την αγάπη που έχει στο Μεραμπέλλο και στους ανθρώπους του. Τον τόπο, όπου για 15 ολόκληρα χρόνια έδωσε και πήρε αγάπη «και πέρασε τα καλύτερα χρόνια της ζωής του» όπως είπε.
ΑΝΑΤΟΛΗ: Σεβασμιότατε, πείτε μας εν αρχή τα συναισθήματά σας για την ενθρόνισή σας στη θέση του Αρχιεπισκόπου Κρήτης…
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Με δέος βλέπω μπροστά μου το δρόμο που άνοιξε ο Θεός, ακόμη προσπαθώ να καταλάβω τι έχει συμβεί και άλλαξε τη ζωή μου. Μετά από τόσα χρόνια στο Ρέθυμνο, μετά από 15 χρόνια στο Λασίθι, ήλθε η ώρα του Θεού και εκείνος έδωσε την εντολή να πορευθώ πλέον από άλλο δρόμο και μετερίζι για να βοηθήσω τον Τόπο και το λαό μας με όλες μου τις δυνάμεις. Αυτό αισθάνομαι ότι πρέπει να πράξω και αυτό θα συνεχίσω, όπως το έκανα και μέχρι τώρα, ήσυχα, απλά, ταπεινά, χωρίς προσωπικές φιλοδοξίες ή κάτι άλλο που να έχει να κάνει με το δικό μου πρόσωπο. Ο Θεός να διασχίζει τις ζωές των ανθρώπων στο δικό μας πρόσωπο, εμείς δεν είμαστε τίποτα, Εκείνος είναι τα πάντα. Εγώ θέλω να πορεύομαι ανάμεσα στους ανθρώπους όπως έκανε και Εκείνος, αυτό είναι το μέλημα και η αγωνία μου, να τον εκφράζω αυθεντικά και σωστά.
ΑΝΑΤΟΛΗ: Γνωρίζω την αγάπη και την ποιμαντική σχέση ζωής που είχατε με τον Μακαριστό Μητροπολίτη Πέτρας κυρό Νεκτάριο όπως και την αμφίδρομη αγάπη με το ποίμνιο στο Μεραμπέλλο…
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το μυαλό, η σκέψη και η ευγνωμοσύνη μου είναι πάντα στον τόπο εκείνο που αγάπησα και με αγάπησε. Δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, ίσως τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στο Μεραμπέλλο, στη Νεάπολη και στον Άγιο Νικόλαο, κοντά στο Μακαριστό, μεγάλο μου δάσκαλο, Μητροπολίτη Νεκτάριο.
Ο Μητροπολίτης Νεκτάριος για ‘μένα ήταν ένα δεύτερο, για να μην πω το πρώτο Πανεπιστήμιο, το Μεταπτυχιακό και το Διδακτορικό μου. Ό,τι είμαι και ό,τι έχω, ό,τι ξέρω, το οφείλω σε εκείνον. Και νιώθω πολλές φορές ότι θέλω να νιώθω και να σκέπτομαι σε κάθε περίσταση, πώς θα την αντιμετώπιζε εκείνος, πώς θα λειτουργούσε.
Μας έμαθε με αγάπη και υπομονή να δεχόμαστε την καθημερινότητα, τις ευχάριστες και τις δυσάρεστες στιγμές της, πώς να σκεφτόμαστε πολύ και να προσευχόμαστε πολύ πριν από κάθε ενέργειά μας για να μην κάνουμε κάποιο λάθος που δεν θα το πληρώσουμε εμείς, αλλά η Εκκλησία. Και θα γίνουμε εμείς υπαίτιοι αντί να βοηθήσουμε, να διώξουμε κάποιους ανθρώπους. Πολλές φορές εκείνος μας είπε «ακόμη κι εάν δεν μπορείτε να μην φέρετε τους ανθρώπους πίσω, φροντίστε να μην τους διώχνετε με τη στάση σας, με την προσωπική σας μη ταύτιση πράξεων και λόγων». Προσπαθούμε καθημερινά εκείνα που μας έμαθε, εάν μάθαμε σωστά κι εάν ήμασταν καλοί «μαθητές» του, να τα δείχνουμε. Εάν δεν είμαστε, δεν φταίει σε καμία περίπτωση ο «δάσκαλος», γιατί αυτός ήταν σπουδαίος, Άγιος, υπέροχος, ήταν αυτός που ζήσατε και αγαπήσατε και εσείς.
Εγώ αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για όλο το λαό του Μεραμπέλλου. Για όλους μου τους παλαιούς συνεργάτες, τον π΄ Γιώργη Ατσαλάκη, τον π΄ Ευάγγελο Παχυγιαννάκη, για όλους τους ανθρώπους.
Χαίρομαι που ο Μητροπολίτης Γεράσιμος συνεχίζει την όμορφη παράδοση που έχει η τοπική Εκκλησία, χαίρομαι για όσα γίνονται και δοξάζω το Θεό που στον τόπο που αγάπησα και υπηρέτησα με όλη τη δύναμη της ψυχής μου, συνεχίζεται ήσυχα και όμορφα η πνευματική ζωή. Πληροφορούμαι και μέσα από την εφημερίδα σας και καμαρώνω πολλές φορές βλέποντας και την εξέλιξη των πραγμάτων.
ΑΝΑΤΟΛΗ: Στην εποχή των διαδοχικών κρίσεων της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία που βιώνει η ανθρωπότητα, θεωρείτε ότι ο ρόλος της Εκκλησίας για να ανταποκριθεί απέναντι στην κοινωνία ως πνευματικός ταγός αποκτά ακόμη μεγαλύτερο βάρος;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η Εκκλησία αντιμετωπίζει πάντοτε τις καθημερινές προκλήσεις και διασχίζει την ιστορία και τους αιώνες κρατώντας πάντα τις αρχές και τις αξίες της απέναντι στον άνθρωπο. Έχει τον άνθρωπο στο κέντρο του σωστικού της ρόλου και μηνύματος. Και φυσικά αντιμετωπίζει και τούτες τις κρίσεις, που δεν είναι οι πρώτες στην ιστορία της, ούτε θα είναι και οι τελευταίες, με το ίδιο σκεπτικό: ενωμένοι όλοι μαζί κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου μπορούμε να συνεχίσουμε την αποστολή μας και μόνος του αποσπασματικά κανείς δεν μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα. Αυτό λέει και το ίδιο το όνομα της Εκκλησίας -ότι φανερώνει ενότητα προσώπων και όχι διχαστικές τάσεις και αντιλήψεις, όχι ακραίες συμπεριφορές, όχι φανατισμούς που δεν λύνουν αλλά δημιουργούν περισσότερα προβλήματα. Γι’ αυτό μέσα στην εκκλησία έχουμε Σύνοδο. Βάζουμε τις φωνές μας όλοι και τελικά παράγεται ένα αποτέλεσμα συμφωνίας.
Πολλές άλλωστε λέξεις έχουν εκλάβει τη σημασία τους από το εκκλησιαστικό λεξιλόγιο: ακούμε για Σύνοδο Κορυφής, για Σύνοδο κυβερνητών κλπ, αυτή η λέξη βγήκε από την Εκκλησία και από το συνοδικό της σύστημα και πολίτευμα. Χαίρομαι όταν ακούω γενικώς τέτοιους όρους να χρησιμοποιούνται στα διεθνή φόρα διότι το κατ’ εξοχήν δημοκρατικό πολίτευμα είναι το συνοδικό σύστημα της Εκκλησίας και από εκεί παρήχθησαν όλα αυτά.
Το θέμα λοιπόν των κρίσεων αντιμετωπίζεται διαρκώς από την Εκκλησία με γνώμονα πάντοτε τον άνθρωπο και όχι με την ψυχρή λογική και τους μαθηματικούς υπολογισμούς. Στη μεν κρίση της πανδημίας, αυτό που είπαμε και αυτό που επαναλαμβάνουμε είναι ότι έχουμε τους επιστήμονες, πρέπει να τους ακούμε, εκείνοι έχουν κάνει τον αγώνα και τις έρευνες και τις μελέτες και μας βοηθούν και ήδη είμαστε σε ένα στάδιο που μπορούμε να καυχιόμαστε ότι με την καλή μας συνεργασία και βοήθεια όλων μας, πάμε να ξεπεράσουμε αυτό που έπληξε την ανθρωπότητα πριν 2 χρόνια.
Εμείς εδώ έχουμε έναν ρόλο γιατί έχουμε ανθρώπους αποκαμωμένους, αφού μετά την οικονομική κρίση ήλθε η πανδημία και τώρα έρχεται ο πόλεμος. Που ακόμη κι εάν δεν είμαστε άμεσα εμπλεκόμενοι σίγουρα κάποιες επιπτώσεις θα τις έχουμε και εδώ. Ήδη μου έχουν μεταφερθεί από επαγγελματίες τα προβλήματα που έρχονται αύριο-μεθαύριο και που πρέπει να μας βρουν μονιασμένους και αλληλέγγυους.
Κι ίσως είναι μια ευκαιρία να ξαναπούμε στους ανθρώπους ότι πρέπει να θυμηθούμε πράγματα που ξεχάσαμε. Την επιστροφή μας στον πρωτογενή τομέα, στην παραγωγή. Ίσως να ξαναδούμε πράγματα που είχαν σχέση με τη μόλυνση του περιβάλλοντός μας, του στενού και του ευρύτερου. Ίσως όλοι μας να ξαναδούμε, κι όχι επιφανειακά και επιδερμικά σε επίπεδο γνώσεως το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής-αλλά το τί μπορεί να κάνει ο καθένας μας για να σταματήσει αυτό το φαινόμενο.
Ο πόλεμος
ΑΝΑΤΟΛΗ: Σεβασμιότατε, ποιό είναι το σχόλιό σας για τον πόλεμο στην Ουκρανία και για τους χιλιάδες πρόφυγες που ξεριζώνονται από τον τόπο τους αναζητώντας ένα ασφαλές καταφύγιο στη χώρα μας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Θεωρώ κι εγώ τον εαυτό μου απόγονο προσφύγων. Ο πατέρας μου έφυγε από τη Σμύρνη το 1922, 8 χρονών παιδάκι, κι έφτασε στην Κρήτη. Πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις λέγαμε ποτέ πια να μην ξαναζήσουμε αυτά τα γεγονότα που έχουν να κάνουν με εκπατρισμούς ανθρώπων, οικογενειών από τις εστίες τους.
Δυστυχώς, γινόμαστε πάλι μάρτυρες αυτόπτες και αυτήκοοι μέσω των ΜΜΕ αυτών των γεγονότων που αυτή την περίοδο εκτυλίσσονται στην Ουκρανία. Φυσικά και οι πρόσφυγες είναι καλοδεχούμενοι αλλά το πρόβλημα δεν είναι εάν θα τους περιθάλψουμε ή όχι, που δεν είναι πρόβλημα, το δύσκολο είναι πώς να πείσουμε να μην γίνονται. Να μην βιώνονται τέτοιες καταστάσεις, να μην εκπατρίζονται άνθρωποι και οικογένειες από τις πατρογονικές τους εστίες.
Η Εκκλησία αισθάνεται σαν την Εύα που βλέπει τα παιδιά της, τον Άβελ και τον Κάιν, να σκοτώνει το ένα το άλλο. Είναι παιδιά της και οι μεν και οι δε. Και σηκώνει το ένα το χέρι του εναντίον του άλλου. Μιλάμε για μια αδελφοκτονία κυριολεκτικά. Που και αυτή, επιμένω, ξεκινά από το ανειρήνευτο των καρδιακών χώρων κάποιων ανθρώπων.
ΑΝΑΤΟΛΗ: Το σχίσμα που δημιουργήθηκε μετά την απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 2018 για την παραχώρηση αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας διαδραμάτισε, στο όλο πλαίσιο, κάποιον ρόλο;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όλα αυτά νομίζω ότι ήταν μέσα στις προετοιμασίες και όχι ότι έπαιξε κανέναν ρόλο. Απλώς και αυτό χρησιμοποιήθηκε. Γνωρίζω πάντως ότι το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο έκαμε αυτό που έπρεπε να κάνει, ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς που υπέγραψαν τότε ως μέλος της Αγίας και Ιεράς Συνόδου τον τόμο της αυτοκεφαλίας γιατί δεν μπορούσαμε να βλέπουμε έναν λαό 60 εκατομμυρίων που δεν ήθελε να είναι προσκολλημένος στην ρωσική εκκλησία αφού ήταν σε ένα άλλο κράτος και δικαιολογημένα ζητούσε την αυτοκεφαλία του και έπρεπε κάποια στιγμή να την λάβει. Οι άνθρωποι αυτοί ήθελαν την εκκλησιαστική τους αυτονόμηση, όπως παλαιότερα την ήθελαν η Εκκλησία της Ελλάδος, η Πολωνία, η Γεωργία, η Σερβία. Όλοι είχαν κάποια στιγμή λάβει την αυτοκεφαλία τους, γιατί όχι και η Ουκρανία;
Οι ακραίες φωνές
ΑΝΑΤΟΛΗ: Πιστεύετε ότι μέσα στην πανδημία πολλές ακραίες φωνές και εντός της Εκκλησίας διαδραμάτισαν ρόλο όχι μόνο να μην καταφέρει η Εκκλησία να κερδίσει κόσμο, αλλά αντίθετα να χάσει;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Οι ακραίες φωνές είναι ένα φαινόμενο που συναντούμε όχι μόνο στην Εκκλησία, αλλά και στην πολιτική και σε άλλους χώρους (παιδεία κά.). Ζούμε γενικώς σε καιρούς ακροτήτων, που δεν είναι εύκολο κάποιες φωνές να απομονωθούν όπως παλαιότερα, διότι οι ακρότητες πολλές φορές συμπίπτουν κιόλας και το είδαμε τελευταία και αυτό να γίνεται. Εμείς δεν αντιδικούμε με κανέναν, ακούμε όλους τους ανθρώπους και τις φωνές τους, ακόμη και τις πιο ακραίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις αποδεχόμαστε και καλό είναι να έχουμε μία σύνθεση, να αναπαύουμε και συνειδήσεις κάποιων από εκεί.
Η Εκκλησία είναι μια μεγάλη αγκαλιά που τους χωράει όλους και δεν ξεχωρίζει τους ανθρώπους. Αυτό το μήνυμα δίδεται και αυτό πρέπει να δίδεται. Και μέσα εκεί να καταθέτουν και όχι έξω από το σώμα της Εκκλησίας όπως κάνουν κάποιοι, δήθεν ορθοτομώντας την αλήθεια, λειτουργώντας αποσπασματικά και πολεμώντας έτσι τον ίδιο τους τον εαυτό. Εγώ πάντα παρακαλούσα όλους αυτούς τους ανθρώπους ακόμη κι αν έχουν διαφορετικές απόψεις κι από εμένα προσωπικά και από τη Σύνοδο και όλους, να τις καταθέτουν όμορφα, ευπρεπώς, χωρίς να προβαίνουν σε ακραίες ενέργειες. Φτάνουν οι ακραίες σκέψεις που έχουν, ας μην προβαίνουν και σε ακραίες ενέργειες όπως συχνά βλέπουμε διότι μόνο τους εαυτούς τους εκθέτουν και φανερώνουν ότι έχουν μια εσωτερική ταραχή που δεν ταιριάζει με την αλήθεια.
Όταν θέλουμε την ειρήνη στον κόσμο, πρέπει πρώτα να ξεκινούμε από την ειρήνη στο δικό μας εσωτερικό κόσμο. Μην έχουμε αυταπάτες ότι θα επικρατήσει ποτέ ειρήνη στον κόσμο, εάν δεν ειρηνεύουμε με τον ίδιο μας τον εαυτό και με το περιβάλλον μας. Οι ανειρήνευτες καταστάσεις ξεκινούν γιατί δεν έχουμε την ειρήνη, το Χριστό, μέσα μας.
Κι έτσι, όταν χάσουμε την ειρήνη μέσα μας τα κάνουμε «θάλασσα» και στο περιβάλλον μας και στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τη ζωή των άλλων ανθρώπων και το ίδιο μας το οικοσύστημα. Όλα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν, φανερώνουν ότι δεν έχουμε ειρήνη μέσα μας. Εδώ είναι ο ρόλος μας, ο ρόλος της Εκκλησίας, πώς θα μάθει τους ανθρώπους να έχουν αυτό το πολύτιμο αγαθό που μας το δίνει ο Θεός αφειδώλευτα και ‘μεις το ποδοπατούμε διαρκώς με κάθε τρόπο- κι είναι τόσο κρίμα.
ΑΝΑΤΟΛΗ: Και είναι για εσάς μια πρόκληση η Εκκλησία -αλλά και ευρύτερα η Θρησκεία- να «κερδίσει» ξανά (και) όσους «έχασε» τα προηγούμενα χρόνια;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η Εκκλησία είναι η «μάνα» που πάντα περιμένει. Τα «παιδιά» δικαιολογημένα κάποια στιγμή θα κάνουν την επανάστασή τους, θα απομακρυνθούν, θα θελήσουν να απογαλακτιστούν, να ζήσουν τη ζωή τους, αλλά ξέρουν ότι υπάρχει κάπου κάποια μάνα που θα τα περιμένει. Η μητέρα μας Εκκλησία είναι παρούσα, είναι εκεί και περιμένει τον καθένα μας για να τον προσλάβει και να τον μεταμορφώσει για να σταθεί δίπλα του, στη μοναξιά του, για να κάνει το αυτονόητο, να του δώσει λίγη αγάπη όταν σε έναν κόσμο κανείς άλλος δεν του δίνει παρά όλοι προσπαθούν να τον εκμεταλλευτούν για ιδιοτέλειες και μικροσυμφέροντα, να του δώσει νόημα ζωής, που δεν τελειώνει, αλλά συνεχίζεται αιώνια.
Δεν ξέρω πώς μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος που δεν πιστεύει κάτι και που δεν ανήκει στην Εκκλησία, που βάζει στο τέρμα της πορείας του στη γη το μηδέν. Ποτέ δεν κατάλαβα όλους αυτούς τους ανθρώπους που μηδενίζουν τα πάντα με το τέλος της ζωής. Που λένε ότι ο άνθρωπος καταλήγει στο τίποτα, στην απελπισία του θανάτου. Προσωπικά ευγνωμονώ την Εκκλησία γιατί μού έδωσε μια διέξοδο σε αυτό το αδιέξοδο, ότι υπάρχει υπέρβαση του θανάτου. Βίωσα στη ζωή μου τους θανάτους των δικών μου προσώπων, των γονέων μου, πολύ νωρίς, και αν δεν υπήρχε η Εκκλησία να μού δώσει αυτή την παρηγοριά ότι υπήρχε κάτι άλλο, ότι κάπου αλλού συνεχίζεται η ζωή τους, δεν ξέρω κι εγώ εάν θα μπορούσα να σταθώ στον κόσμο.
Στη γη δεν ζούμε για 50, 60 χρόνια, είμαστε πλασμένοι για να ζούμε αιώνια, έχουμε μέσα μας αυτά τα σπέρματα της αθανασίας. Και η Εκκλησία υπάρχει για να μας υπενθυμίζει αυτό, όχι για να γινόμαστε καλοί άνθρωποι όπως πολλοί νομίζουν. Καλός άνθρωπος γίνεται κανείς και εάν έχει από μόνος του κάποιες αρχές. Αλλά για να κάνει κάποιος την υπέρβασή του, να αγαπά τον άλλο όπως τον εαυτό του και καλύτερα. Να είναι δοτικός, να κάνει μια ηρωική έξοδο από την καρδιά του για να πλησιάσει τον άλλο.
ΑΝΑΤΟΛΗ: Σεβασμιότατε, θα σας ξαναδούμε σύντομα στα μέρη μας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όποτε μπορώ θα έρχομαι. Όποτε με καλεί το καθήκον και όποτε χρειάζεται να είμαι «παρών» στα πράγματα του Λασιθίου, θα είμαι. Φυσικά αγαπώ και τον Μητροπολίτη Κύριλλο, όπως και τον Μητροπολίτη Γεράσιμο και τους άρχοντες του τόπου που πάντα ήσυχα και δυναμικά έκαναν τα πάντα για να βγάλουν το Λασίθι και από την εσωστρέφειά του και από την απομόνωση που είχε από διάφορες καταστάσεις διαχρονικά.
Εύχομαι και προσεύχομαι τα προβλήματα να ξεπερνιούνται και όπως ήμασταν και τότε όλοι μαζί, οι τα πρώτα φέροντες, μια χούφτα, χωρίς αντιδικίες, προβλήματα και χωρίς να διαχωρίζουμε τους τόπους και τους ανθρώπους να γίνεται κάθε φορά το καλύτερο για το λαό μας και τον τόπο εκεί.
Το Λασίθι έχει προοπτικές ανάπτυξης μεγάλες, είμαι σίγουρος για τους ταγούς του σε όλους τους τομείς ότι θα κάνουν τα πάντα για να το ανεβάσουν ακόμη παραπέρα.
ΝΙΚΟΣ ΣΓΟΥΡΟΣ