Ζούσε σαν μεγιστάνας ενώ κακοποιούσε τα υιοθετημένα παιδιά του για τα οποία εισέπραττε 6.300 ευρώ το μήνα από το Αγγλικό δημόσιο
Στα μέσα Ιανουαρίου του 2015, στον Ταυρωνίτη Χανίων, ένας δυνατός κρότος βγάζει σε δρόμους, αυλές και πεζοδρόμια τους κατοίκους του πανέμορφου αυτού χωριού. Ενας μεθυσμένος άνδρας έχει πέσει με το αυτοκίνητό του σε σταθμευμένο όχημα και τρικλίζοντας απειλεί θεούς και δαίμονες απέναντι στον ιδιοκτήτη του οχήματος, ο οποίος προσπαθεί να τον πείσει να υπογράψουν δήλωση φιλικού διακανονισμού. Μάταια.
Ο δράστης είναι ακραία επιθετικός, έντονα εκνευρισμένος και το κυριότερο πολύ μεθυσμένος. Κάποιες γυναίκες σταυροκοπιούνται, άλλες κλείνουν πόρτες και παντζούρια για να μην ξυπνήσουν τα παιδιά τους και κάποιες τρίτες κουνάνε τα κεφάλια τους ψιθυρίζοντας: «Αυτός ο διάολος ο Ντάγκλας είναι πάλι! Πότε επιτέλους θα τον μαζέψουν να ξεβρομίσει ο τόπος μας;».
Λίγα λεπτά αργότερα η παραπάνω ευχή ξεκινά να γίνεται πραγματικότητα. Η Αστυνομία χτυπάει την πόρτα της βίλας του Ντάγκλας και μετά τον εντοπισμό ενός σιγαστήρα όπλου, ο Βρετανός καταδικάζεται με τη διαδικασία του Αυτοφώρου σε 8 μήνες φυλάκιση και χρηματική ποινή 800 ευρώ. Αυτή ωστόσο είναι μόνο η άκρη του νήματος στο εγκληματικό κουβάρι του 56χρονου Βρετανού, η δράση του οποίου ξεπερνά ακόμη και την πιο διαστροφική φαντασία…
Κάποτε στην Αγγλία…
Το 1998, ο 38χρονος τότε Ντάγκλας Μπαρ γνωρίζει την κατά ένα έτος μικρότερή του Τζούλι στο Λιντς της Μεγάλης Βρετανίας. Την ίδια χρονιά παντρεύονται και από την πρώτη στιγμή προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί. Δεν τα καταφέρνουν. Η υιοθεσία αποτελεί τη μοναδική λύση για την εμμονική Τζούλι, η οποία κατά τη διάρκεια των επαναλαμβανόμενων οινοποσιών της επαναλαμβάνει ότι το μόνο που θέλει είναι να αποκτήσει ένα παιδί. Να όμως που αποκτά και μάλιστα δύο: τα βιολογικά αδέλφια Τζέιντ και Ράιαν, παιδιά τοξικομανών, ηλικίας 4 και 5 ετών αντίστοιχα, τα οποία έχουν μόλις απομακρυνθεί από την πρώτη θετή τους οικογένεια λόγω βάναυσης κακοποίησης. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Ντάγκλας και η Τζούλι αποφασίζουν να υιοθετήσουν άλλα τρία παιδιά, κι αυτά βιολογικά αδέλφια: την 7χρονη Τζένιφερ, την 3χρονη Εϊμι και τον μόλις ενός έτους Λέβι. Την εποχή εκείνη λαμβάνουν από το βρετανικό κράτος για τις ανάγκες των παιδιών το ποσό των 4.500 λιρών μηνιαίως, με τους εκπροσώπους της κοινωνικής πρόνοιας του Λιντς να τους ασκούν πίεση, τονίζοντάς τους ότι οφείλουν να πιστοποιούν πως τα παιδιά μεγαλώνουν καλά. Αν και τα παιδιά δεν μεγαλώνουν καλά, τα λεφτά είναι πολλά. Ετσι σε μία από τις ατέλειωτες συζητήσεις του ζεύγους Μπαρ για το πώς θα καταφέρουν να γλιτώσουν από τις συνεχείς επισκέψεις των κοινωνικών λειτουργών που βάζουν σε κίνδυνο τις 4.500 λίρες που λαμβάνουν, βρίσκουν μια λύση που ταιριάζει γάντι στον διαταραγμένο τους ψυχισμό. Αν πάρουν τα παιδιά και εγκατασταθούν σε κάποια άλλη χώρα, τότε τα πράγματα θα είναι πολύ πιο εύκολα και η διατήρηση του μεγάλου κρατικού επιδόματος πιο πιθανή. Και κάπως έτσι το 2007 Ντάγκλας και Τζούλι Μπαρ μαζί με τα 5 υιοθετημένα παιδιά τους, τη 12χρονη Τζέιντ, τον 11χρονο Ράιαν, την 8χρονη Τζένιφερ, την 4χρονη Εϊμι και τον μόλις 2 ετών Λέβι, παίρνουν τον δρόμο για την Ελλάδα και συγκεκριμένα για τον Ταυρωνίτη Χανίων. Το μαρτύριο των παιδιών έχει μόλις ξεκινήσει και κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί πόσο επώδυνο θα είναι…
Στο όμορφο χωριό της Κρήτης αγοράζουν μία υπέροχη μεζονέτα με κήπο και πισίνα. Οι 4.500 βρετανικές λίρες (6.300 ευρώ) τον μήνα είναι άλλωστε αρκετές για να καλύψουν τόσο τη ματαιοδοξία τους όσο και την αστείρευτη δίψα τους για αλκοόλ. Δεν χρειάζεται να δουλέψουν μια που τα χρήματα που τους δίνει το βρετανικό κράτος είναι αρκετά, ούτε όμως και να ανησυχούν για τις δουλειές του σπιτιού με τα πέντε παιδιά-δούλους.
Βιασμοί, σκοτεινά υπόγεια και ξυρισμένα κεφάλια
Παιδικά ρούχα μέσα σε σακούλες σκουπιδιών, απομόνωση σε σκοτεινά υπόγεια, μπουνιές στο πρόσωπο και απειλές με μαχαίρια είναι κάποιες μόνο από τις τιμωρίες στις οποίες υπόκειντο τα πέντε παιδιά κάθε φορά που δεν υπάκουαν στις αρρωστημένες διαθέσεις και τις παρανοϊκές εντολές του Ντάγκλας και της Τζούλι. Τις φορές όπου ο Ράιαν, ο πρωτότοκος θετός γιος της οικογένειας, αργεί να επιστρέψει στο σπίτι, οι παρανοϊκοί γονείς πακετάρουν τα ρούχα του σε σακούλες σκουπιδιών, τον χτυπούν βάναυσα και του στέλνουν απειλητικά μηνύματα στο κινητό. Ανάλογα βασανιστήρια υφίσταται κάθε φορά που «δεν κάθεται καλά» και η βιολογική αδελφή του Τζέιντ, με τη διαφορά ότι στο δικό της ανήλικο σύμπαν προστίθεται και το μαρτύριο του βιασμού.
Ο Ράιαν έχει δει την αδελφή του Τζέιντ γυμνή στο κρεβάτι με τον «μπαμπά» να θωπεύει το στήθος και τα γεννητικά της όργανα και να επιδίδεται σε πράξεις πέρα από κάθε λογική. Η 14χρονη τότε Τζέιντ δεν είναι ένα παιδί, αλλά ένα αντικείμενο που βιάζεται τουλάχιστον τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα. Στα όρια της τρέλας συγκαταλέγονται και όλα όσα κάνει ο Ντάγκλας στην ανήλικη Τζένιφερ: τη χτυπά με γροθιές και ξύλινα μπαστούνια στο στήθος, της ξυρίζει το κεφάλι και τα φρύδια, τη βρίζει, την απειλεί, τη βιάζει ξανά και ξανά.
Η «μάνα» όχι μόνο απολαμβάνει τα όσα κάνει ο σύζυγός της στα παιδιά, αλλά μετέχει κι εκείνη στο αρρωστημένο παιχνίδι πετώντας τους μαχαίρια και χτυπώντας τα βάναυσα κάθε φορά που εκείνα δεν υπακούν στην αρρωστημένη ψυχοσύνθεση εκείνης και του συζύγου της…
Τα παιδιά επιβιώνουν από θαύμα. Βασανισμένα, βιασμένα, τρομοκρατημένα, αποκομμένα από το σχολείο και την παραμικρή κοινωνική συναναστροφή, μοιάζουν με ήρωες βγαλμένους μέσα από μυθιστόρημα του Κάρολου Ντίκενς, μέχρι τη στιγμή που μην αντέχοντας τις συνεχείς κακοποιήσεις αποφασίζουν να λύσουν τη σιωπή τους και τα χέρια της Δικαιοσύνης…
Μία αποκάλυψη, μία εξαφάνιση και μία καταδίκη…
Τον Ιανουάριο του 2015, λίγο μετά το ατύχημα στο οποίο ενεπλάκη ο 50χρονος Αγγλος, οι δύο μεγαλύτερες κόρες της οικογένειας, Τζέιντ και Τζένιφερ, μιλούν σε δύο γυναίκες του χωριού για όλα όσα υποφέρουν και υπομένουν στα χέρια του Ντάγκλας και της Τζούλι. Οι δύο γυναίκες καταγγέλλουν σοκαρισμένες τα όσα άκουσαν στην Αστυνομία και αμέσως ξεκινά προκαταρκτική εξέταση. Οι μαρτυρίες των παιδιών συγκλονίζουν και η αλήθεια βγαίνει στο φως. Ετσι ο βιαστής οδηγείται στις Φυλακές Γρεβενών όπου κρατείται μέχρι σήμερα. Αργά το βράδυ της Παρασκευής το Μεικτό Ορκωτό Ρεθύμνου τον καταδίκασε ομόφωνα για βιασμό κατ’ εξακολούθηση και κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια από οικείο. Του επιβλήθηκε 19 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση.
Η δε σύζυγός του καταφέρνει να το σκάσει. Κανείς δεν την είδε, ούτε την άκουσε, μη γνωρίζοντας μέχρι σήμερα αν κρύβεται στην Ελλάδα ή έχει βρει καταφύγιο στην Αγγλία. Εις βάρος της εκκρεμεί ένταλμα βιαίας προσαγωγής για υπόθαλψη και συνεργία. Ωστόσο κανείς δεν είναι ικανός να πει αν υπάρχει κατάλληλη τιμωρία γι’ αυτή τη γυναίκα.
Ο «πατέρας», σε μια απέλπιδα προσπάθεια υπεράσπισής του, ισχυρίζεται μέχρι και σήμερα ότι όλα όσα του καταλογίζουν δεν αποτελούν τίποτε παραπάνω από μυθεύματα που ξεκινούν «από ψυχολογικά προβλήματα των παιδιών, απόρροια της κακοποίησης που είχαν υποστεί από τις βιολογικές τους οικογένειες»…
Μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης παιδεραστίας, ο Βρετανός πρωταγωνιστής της, θετός πατέρας και βιαστής των πέντε παιδιών, οδηγείται στις Φυλακές Γρεβενών όπου κρατείται μέχρι σήμερα. (Protothema.gr)