Τα σύγχρονα μουσεία έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο ρόλος τους δεν εξαντλείται στη συλλογή, έρευνα, τεκμηρίωση και παρουσίαση των μουσειακών αντικειμένων. Η εκπαιδευτική διάσταση των εργασιών τους και η κοινωνική τους αποστολή, έχει αποκτήσει μεγάλη βαρύτητα με αποτέλεσμα ο σχεδιασμός και η υλοποίηση συγκεκριμένης επικοινωνιακής και εκπαιδευτικής πολιτικής να αποτελεί βασική μέριμνά τους.
Σήμερα η μετάβαση από το «μουσείο -ναό της γνώσης» στο «μουσείο- χώρο μάθησης» θεωρείται επιβεβλημένη.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα εκπαιδευτικά προγράμματα των Μουσείων, για μαθητές Προσχολικής Αγωγής, Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, έρχονται να παίξουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Αυτό των φορέων της «μη τυπικής μάθησης», της μάθησης δηλαδή, που δε συμπληρώνει απλά την επίσημη εκπαίδευση, αλλά χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους και μεθόδους προσέγγισης της γνώσης και της μαθησιακής διαδικασίας.
«Τα μουσειακά αντικείμενα δεδομένης της πολυσημίας, του διεπιστημονικού χαρακτήρα και της υλικότητάς τους, αποτελούν πολύτιμα εργαλεία για τη διαδικασία της ενεργητικής μάθησης και την ανάπτυξη της κριτικής γνώσης, ενώ παράλληλα παρέχουν σημαντικά μέσα για την υποστήριξη του αναλυτικού προγράμματος και της σχολικής πράξης γενικότερα», αναφέρει ο κ. Γιώργος Αδαμίδης, Αρχαιολόγος- Μουσειολόγος. Και συνεχίζει συμπληρώνοντας πως: «Τα εκπαιδευτικά προγράμματα δεν επιδιώκουν πια σήμερα την επιστημονικά ορθή κι επομένως αντικειμενική ερμηνεία των ειδικών που ασχολούνται με τον υλικό πολιτισμό και την πολιτισμική κληρονομιά, αλλά τη δυνατότητα των διαφορετικών ομάδων κοινού να προχωρούν σε προσωπικές ερμηνείες, διαθλασμένες μέσα από τις δικές τους δυνατότητες πρόσληψης, τις αντιλήψεις και την κοσμοθεωρία τους».
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα των Μουσείων βασίζονται στα μουσειακά αντικείμενα και γενικά στις εκθεσιακές ενότητες. Αρθρώνονται γύρω από σαφώς προσδιορισμένους στόχους και θεματικές, προσαρμόζονται στον εκάστοτε μουσειακό χώρο, διαθέτουν εσωτερική δομή και συγκεκριμένη χρονική διάρκεια. Κάτι που ένας επισκέπτης μπορεί εύκολα να διαπιστώσει εάν επισκεφτεί το Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο της Νεάπολης.
Τις περισσότερες φορές, επιδιώκεται η άμεση σύνδεση της θεματικής των εκπαιδευτικών προγραμμάτων ενός Μουσείου, με το Πρόγραμμα Σπουδών της επίσημης σχολικής εκπαίδευσης, με σκοπό τη μεγαλύτερη εμπέδωση της γνώσης μέσα από τη συνεργασία Σχολείου- Μουσείου.
Επιχειρώντας την αποτελεσματικότερη επικοινωνία με τις συγκεκριμένες κάθε φορά ομάδες επισκεπτών και με πυρήνα πάντα τα αντικείμενα- εκθέματα, τα εκπαιδευτικά προγράμματα αξιοποιούν κατά περίπτωση μέσα και τεχνικές από ποικίλους χώρους (χρήση εποπτικού υλικού, συμπλήρωση φύλλων εργασίας, νέες τεχνολογίες- πολυμεσικές εφαρμογές, θεατρικό παιχνίδι- δραματοποίηση, αφήγηση παραμυθιών, εργαστήρια κατασκευών κά). Προσφέρουν δυνατότητες για πρόσβαση στην πληροφορία, για διαφοροποιημένες διαδικασίες αντίληψης, απόκτησης εμπειριών, συμμετοχής και επικοινωνίας με αυξημένο βαθμό διάδρασης.
Σκοποί των Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων
Σημαντική συνιστώσα για τον επιτυχή σχεδιασμό ενός Εκπαιδευτικού Προγράμματος αποτελεί η στοχοθεσία του. Οι στόχοι πρέπει να είναι απλοί, εφικτοί, υλοποιήσιμοι και να είναι προσαρμοσμένοι στην ηλικία και στο γνωστικό επίπεδο των μαθητών που πρόκειται να το εκπονήσουν. Οι στόχοι λοιπόν ενός Εκπαιδευτικού Προγράμματος, πρέπει να είναι:
– Η εξοικείωση των παιδιών με τεκμήρια τόσο του υλικού πολιτισμού, (εργαλεία, φορεσιές, είδη καθημερινής χρήσης), όσο και του άυλου (είδη παραδοσιακής μουσικής, ξεχασμένοι μεραμπελλιώτικοι χοροί, τρόπος ζωής)
– Ανάπτυξη της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης μεταξύ του σχολείου, του μουσείου, της κοινότητας και της οικογένειας
– Συναισθηματική εμπλοκή των μαθητών με το παρελθόν, μέσω των μουσειακών εκθεμάτων
– Η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης των παιδιών, η ανάπτυξη της φαντασίας και της καλλιτεχνικής τους δημιουργικότητας, η κοινωνικοποίησή τους, η ενθάρρυνση της αυτενέργειάς τους μέσω βιωματικών δράσεων
– Καλλιέργεια επικοινωνιακών δεξιοτήτων στο γραπτό και προφορικό λόγο
– Διεισδυτικότερη προσέγγιση θεμάτων, όπως η διαφορετικότητα, η πολυπολιτισμικότητα, το παρελθόν, η ανοχή, η διαχείριση της παράδοσης
– Καλλιέργεια της αισθητικής αντίληψης και του εικαστικού κριτηρίου των μαθητών
– Ανάπτυξη της βιωματικής μάθησης και διαδραστικής ενασχόλησης
– Προώθηση της κοινωνικοποίησης και της συνεργασίας
– Ενθάρρυνση της ανάληψης πρωτοβουλίας και καλλιέργεια της προσωπικότητάς τους.
«Πάμε σαν άλλοτε»
Το Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Νεάπολης σχεδίασε και ήδη πρόκειται να ξεκινήσει στο επόμενο χρονικό διάστημα, την εκπόνηση Εκπαιδευτικού Προγράμματος το οποίο συνεχώς θα ανανεώνεται και θα εμπλουτίζεται, θα υλοποιείται από ειδικά καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό (μουσειοπαιδαγωγούς ή εξειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό) και θα απευθύνεται σε ολοένα και πιο διευρυμένες ομάδες κοινού όπως: μαθητές Νηπιαγωγείου, Δημοτικού, Γυμνασίου, Λυκείου, Ειδικής Αγωγής, Κέντρα φιλοξενίας παιδιών, Μονάδες φροντίδας ατόμων με Αναπηρία, Μονάδες φιλοξενίας υπερηλίκων κλπ. Η αρχή θα γίνει με τους μικρούς μας φίλους, μαθητές του Νηπιαγωγείου, Δημοτικού και μαθητών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης και των δύο βαθμίδων, με το Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα «Πάμε σαν άλλοτε».
Η διεθνής πρακτική έχει δείξει τη δυναμική των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την αδιαπραγμάτευτη σημασία τους στην εκπαίδευση των μαθητών, όχι ως εναλλακτικός τρόπος εκπαίδευσης αλλά ως αυτοδύναμος μοχλός της μαθησιακής διαδικασίας.
Φιλοδοξούμε μέσα από τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Λαογραφικού και Ιστορικού Μουσείου Νεάπολης, να συμβάλλουμε στη διαμόρφωση των αυριανών πολιτών, σκεπτόμενων και καλλιεργημένων ενηλίκων, των κοινωνικά και πολιτισμικά ευαίσθητων ανθρώπων.
Βιβλιογραφία: Γιώργος Αδαμίδης, Αρχαιολόγος- Μουσειολόγος
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ
Γραμματέας ΠΛΕΑΜ
Εκπαιδευτικός Ε.Α.Ε.