Το 2ο Θερινό Σχολείο που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή μας με αναφορά στο στίγμα στην ιατρική (με πρωτοβουλία της Καθηγήτριας Επιστημολογίας Ιστορίας και Ηθικής της Ιατρικής, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Μαριάννας Καραμάνου και με τη στήριξη του Δήμου Αγίου Νικολάου και της Περιφέρειας Κρήτης) έχει κεντρικό άξονα τη Σπιναλόγκα. Υπάρχει άλλωστε καταλληλότερος χώρος για να μιλήσει κανείς για τα σχετικά θέματα από αυτόν τον τόπο μνήμης και βιωματικών εμπειριών;
Με αφορμή το συγκεκριμένο πρόγραμμα στο προσκήνιο έρχεται – αναπόφευκτα – το ζήτημα της ένταξης της Σπιναλόγκας στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Στο πρόσφατο παρελθόν γνωρίζουμε τι έγινε. Μας ενημέρωσε μάλλον η υπουργός Πολιτισμού, γιατί πολλά δεν τα ξέραμε. Το θέμα είναι τι γίνεται και τι κάνουμε τώρα και από εδώ και πέρα.
Για όσους δεν ενθυμούνται, αναφέρουμε συνοπτικά ότι κατά την κάθοδό της στα μέρη μας πέρυσι τον Αύγουστο, η κ. Λίνα Μενδώνη ανακοίνωσε ουσιαστικά την αρνητική εισήγηση της ICOMOS τον Μάιο του 2022 την οποία και απέδωσε «σε λάθος αντίληψη και χειρισμό του όλου ζητήματος από την προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου». Τόνισε επίσης πως η κατάθεση του σχετικού φακέλου τεκμηρίωσης έγινε «με λάθος κατεύθυνση όταν έγινε». Ενώ η – τότε και νυν – υπουργός απέκλεισε με κατηγορηματικό τρόπο και κάθε πιθανότητα αυτοτελούς εγγραφής της Σπιναλόγκας στην UNESCO, λέγοντας πως το μνημείο μπορεί να είναι μέρος μιας σειριακής καταγραφής με άλλα αντίστοιχης σημασίας μνημεία της Μεσογείου… Με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη μοναδικότητα του μνημείου.
Γράφαμε στις 6 του περυσινού Αυγούστου: «Μπορεί ένα μνημείο – σύμβολο για τον ανθρώπινο πόνο να μπει στην ίδια «ζυγαριά» με κάστρα και οχυρώνες, εντός και εκτός Ελλάδας; Η απάντηση μάλλον δεν θέλει πολλή σκέψη, για όσους έχουν στοιχειώδεις γνώσεις ιστορίας και (κυρίως) διαθέτουν ψήγματα ανθρωπιάς και αποθέματα πολιτιστικής κουλτούρας και ενσυναίσθησης». Προφανώς και το περιεχόμενο παραμένει αυτούσιο και σήμερα.
Αναρωτιόμασταν τότε και για τις ευθύνες που υπάρχουν στην πλευρά τόσο του υπουργείου Πολιτισμού για το πόσο «κυνήγησε» και πώς εν γένει χειρίστηκε το ζήτημα όσο και του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών ICOMOS στη διαμόρφωση-σύνθεση των προτάσεων για ένταξη στην UNESCO. «Οι χειρισμοί που έλαβαν χώρα σε τοπικό επίπεδο τα προηγούμενα χρόνια για τη διαμόρφωση του φακέλου τεκμηρίωσης, ήταν οι ενδεδειγμένοι;» αναφέραμε επίσης. Το ερώτημα παραμένει.
Προκύπτουν όμως και ορισμένα νέα ερωτήματα.
Σε αυτούς τους 10-11 μήνες που ακολούθησαν έως και σήμερα, ποιες είναι οι ενέργειες που έγιναν, σε επίπεδο Δήμου, στην κατεύθυνση της επανεκκίνησης μιας συλλογικής προσπάθειας που ξεκίνησε πίσω στο 2009; Ελήφθη από τους έχοντες τη θεσμική ευθύνη η πρωτοβουλία επανυποβολής φακέλου;
Τότε, με την ουσιαστική συμβολή του ΤΕΕ-ΤΑΚ (επί προεδρίας Πέτρου Ινιωτάκη) και την πολύπλευρη στήριξη της Νομαρχιακής -τότε-Αυτοδιοίκησης με Νομάρχη τον κ. Σήφη Αναστασάκη, η αρχική ομάδα εργασίας που είχε αναλάβει να συντάξει την πρόταση με βάση την οποία έγινε η ένταξη στον ειδικό εθνικό κατάλογο της UNESCO (tentative list) αμέσως μετά την παράδοση του αρχικού φακέλου το 2014, είχε ως μέλη της τον σημερινό Δήμαρχο Αντώνη Ζερβό, τον Αρχιτέκτονα Οδυσσέα Σγουρό, τον Πολιτικό Μηχανικό Κωστή Μαυρικάκη, την αρχιτέκτονα Εύα Μουντράκη και την αρχαιολόγο Στέλλα Μαλλιαράκη.
Στη συνέχεια η ομάδα επεξεργασίας του φακέλου (από το 2015) άλλαξε με πρωτοβουλία του Δήμου Αγίου Νικολάου και υπήρξε συμμετοχή μελών της τοπικής Εφορείας Αρχαιοτήτων Λασιθίου στην τελική πρόταση που κατατέθηκε το 2018 από το τότε ΥΠΠΟ προς αξιολόγηση.
Για τα όσα μεσολάβησαν τα επόμενα χρόνια μέχρι και σήμερα (2014-2023), προφανώς και αρμόδιοι για να τοποθετηθούν είναι όσοι εμπλέκονται θεσμικά και κυρίως η Περιφέρεια και η Π.Ε. Λασιθίου, ο Δήμος Αγίου Νικολάου, η αρμόδια τοπική Εφορεία Αρχαιοτήτων και τα μέλη της νέας β΄ ομάδας εργασίας, που συνέχισε και ολοκλήρωσε την τελική πρόταση με το ΥΠΠΟΑ. Γιατί για το περιεχόμενο αυτής της τελικής πρότασης δημόσια ενημέρωση μέχρι τώρα δεν έχει υπάρξει.
Για να έλθουμε όμως στο σήμερα και στο τι μέλλει γενέσθαι: Η ειδική θεματική συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Αγίου Νικολάου με αποκλειστικό θέμα τον φάκελο της Σπιναλόγκας και τη δυναμική επανεκκίνηση της συλλογικής αυτής προσπάθειας θα γίνει τελικά, όπως εδώ και μήνες έχουμε ακούσει να προαναγγέλλεται και δημόσια;
Πρόκειται για ερωτήματα εύλογα, από τη στιγμή που καταπιανόμαστε με ένα τόσο σοβαρό θέμα, που διαχρονικά προξενεί το ενδιαφέρον και συγκινεί και που ξεπερνά τα – στενά δυστυχώς πολλές φορές – όρια του Τόπου μας. Κάτι που επιβεβαιώνεται και από το διαρκές επιστημονικό και ερευνητικό ενδιαφέρον που καταγράφεται με άξονα το νησί.
Μόλις τον περασμένο Οκτώβριο πραγματοποιήθηκε στον Άγιο Νικόλαο το 13ο Διεθνές Κρητολογικό Επιστημονικό συνέδριο με εκατοντάδες εισηγητές από όλο τον κόσμο, με ειδική θεματική ενότητα να είναι αφιερωμένη στη Σπιναλόγκα. Παρουσιάστηκε πληθώρα νέων στοιχείων για το νησί ως τόπο αποκλεισμού και μαρτυρίου στη διάρκεια του 20ου αιώνα και έγιναν πολλές εισηγήσεις η επίσημη δημοσίευση των οποίων αναμένεται να ολοκληρωθεί τον προσεχή Σεπτέμβριο.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα και με τα σχετικά στατιστικά στοιχεία πλήθη ανθρώπων (εκατοντάδων χιλιάδων) συρρέουν στη Σπιναλόγκα κάθε χρόνο από όλο τον κόσμο, καταβάλλοντας και σχετικό τίμημα εισόδου, καθιστώντας την το δεύτερο σε επισκεψιμότητα μνημείο στην Κρήτη μετά το μινωικό ανάκτορο της Κνωσού.
«Αν αυτό δεν αποτελεί πραγματικά παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά τότε ποιο είναι αλήθεια που πρέπει να μας συγκινεί στην περίπτωσή της; Σίγουρα βενετσιάνικα κάστρα υπάρχουν πολλά σε όλη τη Μεσόγειο, κανένα όμως δεν υπήρξε τόπος εξορίας στιγματισμένων ανθρώπων και μάλιστα στη διάρκεια του πρόσφατου «σκοτεινού» 20ου αι., των στρατοπέδων εξόντωσης και των γκουλάγκ. O τόπος αυτός είναι αναμφίβολα ένας ιερός χώρος μνήμης και περισυλλογής. Είναι ελάχιστη υποχρέωσή μας η προστασία, η ανάδειξη και η διαφύλαξή του…». Αυτό μας μετέφεραν χθες άνθρωποι που συμμετείχαν στην αρχική ομάδα εργασίας και που διαχρονικά ασχολούνται επισταμένως με το θέμα. Αρνούμενοι να δεχθούν ως «τελειωμένη» ή «χαμένη» την υπόθεση ένταξης της Σπιναλόγκας στον κατάλογο της UNESCO.
ΝΙΚΟΣ ΣΓΟΥΡΟΣ