Ένα νέο, βιωματικό βιβλίο για το Νίκο Κούνδουρο, με τίτλο «ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ…με αυτά πορεύτηκα», κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις «Αρμός». Συγγραφέας του βιβλίου, η Άννα Βοργία που συγκέντρωσε πολλά μικρά «σπαράγματα» της καθημερινής συνάφειας με το Νίκο Κούνδουρο, που, όπως είπε και η ίδια, «περιέχουν την πνευματικότητα του Κούνδουρου, αυτά που κουβαλούσε μέσα του, αναφορικά με την Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη, τη Σοφία, τη Φιλία». Το βιβλίο, όπως το χαρακτήρισε η Μαρίζα Κωχ, «είναι μια σπουδή για τους νέους, που θα μπορούσε να διδάσκεται στα σχολεία»…
«Ο Κούνδουρος είχε τον αρχαίο τρόπο, εκείνο τον τραγικό, της ατρόμητης ψυχής, με αντοχές και επιμονές, άξιες να μνημονεύονται και να τιμώνται. Γιατί ήταν ένας συγκροτημένος άνθρωπος, νους συγκροτημένος, μία δύναμη ενεργή, που ήξερε να ελέγχει τις επιθυμίες της, να επεξεργάζεται τις αισθήσεις της, να ρυθμίζει την ψυχή της και την ύλη. Δέσμιος κανενός, ούτε του εαυτού του. Σκεφτόταν δίχως ποτέ να είναι απορροφημένος στον εαυτό του, ελεύθερος και στα μικρά και στα μεγάλα», ανέφερε η Αννα Βοργία, στην προχθεσινή παρουσίαση, χαρακτηρίζοντας το Νίκο Κούνδουρο, συμπυκνωτικά ως «ανεξίκακο, μεγαλόδωρο, αδιατάρχατο εργάτη της τέχνης της ζωής», όπως τα είχε εκφράσει ο ίδιος ο δημιουργός, μέσα από το απόσταγμα της ζωής και του έργου του.
Ήταν μια αξέχαστη βραδιά, την περασμένη Δευτέρα, στον κήπο του Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας, όπου, παρά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα την οποία σκιάζουν ο φόβος και οι απαγορεύσεις για την πανδημία, πολλές ήταν οι προσωπικότητες που συναντήθηκαν με τη συγγραφέα και τον εκδότη, σε μια «γιορτή» για τον Νίκο Κούνδουρο. Αδούλωτο, επαναστατικό πνεύμα και εκείνος, σαν και να ‘δωσε το «παρών»…
Μίλησα χθες με τη συγγραφέα, Αννα Βοργία, της οποίας ο Αγιος Νικόλαος, ως ο γενέθλιος τόπος του μεγάλου δημιουργού Νίκου Κούνδουρου, στον οποίο πέρασε πολλά καλοκαίρια, δίπλα του, έδωσαν το απόσταγμα της συμβιωτικής «τριβής» και συνεργασίας, που πέτυχαν για μια και πλέον 20ετία. Εξ άλλου είναι εκείνη την οποία εμπιστεύθηκε ο Νίκος για να οργανώσει και ταξινομήσει το τεράστιο αρχείο του, για το οποίο, δήλωσε ότι δε γνωρίζει ποια είναι η τύχη του σήμερα…
«Ο συντοπίτης σας Νίκος Κούνδουρος θα παραμένει πάντα αυτό το «άπιαστο» πλάσμα, που κοιτάζοντάς το ή αφουγκράζοντάς το, είχες πάντα να διδαχτείς, να μάθεις, να μεγαλώσει το πνεύμα, η ψυχή σου, η καρδιά σου. Ήταν κάτι εκπληκτικό… Πιστεύω ότι επέδρασε όλο αυτό στο να πραγματοποιηθεί, τελικά, με τέτοια συμμετοχή και σε μια τέτοια ατμόσφαιρα η εκδήλωση για το βιβλίο, που μιλά για εκείνον», δήλωσε στην ΑΝΑΤΟΛΗ η συγγραφέας.
«Δε μιλήσαμε για το έργο του… Μιλήσαμε για τον Νίκο, που… έκανε τον Κούνδουρο! Για εκείνα τα χαρακτηριστικά, τα οποία κάνουν τον καθένα να αφήνει, φεύγοντας, το σημάδι του, το αποτύπωμά του», διευκρίνισε.
Τη ρωτήσαμε, τι συνδέει εκείνη με το Νίκο Κούνδουρο. «Μας συνδέει μια φιλία, που ξεκίνησε από μια πρώτη τυχαία συνάντηση στο Ηρώδειο, γύρω στο 1997. Τον αναγνώρισα… Διάβαζα τα άρθρα του στα «Νέα», έβλεπα τις ταινίες του, τα θεατρικά του. Παρακολουθούσα τις παρεμβάσεις του, ενός ιδιοφυή Ελληνα, ενεργού πολίτη, από τους σημαντικότερους Ελληνες σκηνοθέτες. Τότε έρχεται εκείνος προς εμένα. Με πλησιάζει και αρπάζοντας απότομα και δυνατά το χέρι μου λέει: «Είμαι ο Κούνδουρος, εσύ ποια είσαι; Πού σε ξέρω εγώ εσένα, πού σε ξέρω και σε ζωγράφισα χρόνια πριν; Το ξέρεις; Μα πού να το ξέρεις;». Ετσι έκλεισε η πρώτη, παράδοξη συνάντησή μας. Πέρασαν κάποια χρόνια. Βρισκόμουν στην Κρήτη, στο Βραχάσι, φιλοξενούμενη του Κώστα Ζουράρη, που εκείνο τον καιρό έκανε τον αγώνα για το χωριό του… Με πληροφορεί ότι είμαστε καλεσμένοι στη γνωστή «ταβέρνα της Ελένης», στην πλατεία του χωριού. Πλησιάζοντας, με έκπληξη βλέπω να κάθεται στην κεφαλή του τραπεζιού ο Κούνδουρος και δυο κενές θέσεις να μας περιμένουν. Με το πρώτο βλέμμα, αναγνωρίζει ότι δεν του είμαι άγνωστη και προσπαθεί να θυμηθεί. Μου αρπάζει ξανά το χέρι, όπως χρόνια πριν, στο Ηρώδειο. Μου δείχνει την καρέκλα δίπλα του και μονολογεί: «Το θέλει ο μπαγάσας ο Δίας να ξαναβρεθούμε»! Με την επιστροφή μας στην Αθήνα, ξαναβρεθήκαμε. Ενθουσιάστηκε γιατί ζωγράφιζα, γιατί είχα οργανώσει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Παλαιού Φαλήρου, γιατί αγαπούσα το βιβλίο, γιατί γνώριζα από ταξινόμηση και αρχειοθέτηση, γιατί το Άννα ήταν το αγαπημένο του όνομα, μα πάνω απ’ όλα ενθουσιάστηκε γιατί προτεραιότητά μου ήταν τα τρία μου παιδιά. Μου μίλησε για το χαοτικό υλικό που είχε συγκεντρώσει σε όλη του τη ζωή και βρισκόταν ατάκτως σε μεμβράνες εριμμένο. Αλλά και το άλλο, που δεν μπαίνει πουθενά… Το διαρκές και ανυπότακτο «είναι» του καθενός μας. Τα είδαμε, τα μιλήσαμε όλα από την αρχή, σε χρόνους ατέλειωτους και γίναμε φίλοι καρδιακοί, μέχρι που έφυγε…».
Γράψαμε μαζί… Του είπα ότι δεν είναι δυνατόν να τα κρατάς όλα αυτά για σένα, πρέπει να γραφτούν, είπε η Άννα Βοργία και εξήγησε:
«Το βιβλίο περιέχει μικρές, «τιποτένιες στιγμές» όπως έλεγε ο ίδιος, αλλά μέσα από τέτοιες στιγμές μπορούσες να βγάλεις αυτό το σημαντικό που κρατούσε μέσα του αυτός ο άνθρωπος. Εκτός απ’ αυτές τις στιγμές υπάρχει και ένα «απόσταγμα» των σκέψεών του. Αυτά, που συμπύκνωναν το πνεύμα του Κούνδουρου».
Της ανέφερα ότι κάτι ανάλογο επιχείρησε και ο συντοπίτης μας, Άγγελος Σπάρταλης, συγγράφοντας ένα βιβλίο που αναφέρεται σε βιώματα δικά του με το Ν. Κούνδουρο. Και εκείνη, είπε: «Βεβαίως… Άλλο πράγμα αυτό του Σπάρταλη..! Υπάρχει διαφορά όμως με εκείνο που έγραψε ο Σπάρταλης. Οι στιγμές που έχουμε ζήσει στου Κούνδουρου, με το Σπάρταλη και με άλλους, είναι στιγμές που τις ξέρουν όλες, όλοι. Η διαφορά με αυτό, τώρα, είναι ότι αυτές τις «στιγμές» δεν τις παρατηρούσε ο καθένας, απλά περνούσαν… Εγώ, μέσα από τις στιγμές, αυτό κοίταξα να βγάλω, το πνεύμα του Κούνδουρου. Να μη βάλω δικό μου, να μην προβάλω το δικό μου πνεύμα… Εγώ απλά δίνω το αποτέλεσμα της παρατήρησης. Τυχαίνει, επειδή μιλούσαμε στο ίδιο μήκος κύματος με τον Κούνδουρο, να σταθώ εκεί που εγώ θεώρησα σημαντικό. Στο τι έκανε τον Κούνδουρο μεγάλο και τρανό. Όχι τα έργα του ή την καθημερινότητα ή ό,τι κάναμε όταν βγαίναμε έξω, αυτά τα βλέπαμε και ακούγαμε όλοι…».
Η κ. Βοργία εξήγησε ότι γράφοντας ένα βιωματικό βιβλίο για το Νίκο Κούνδουρο, έκανε «αυτό που αισθάνθηκε ότι πρέπει να κάνει». «Και αυτά που εκείνος μας έδωσε, να φανούν ξεκάθαρα τι σημαίνουν, γιατί είναι αιώνια».
«Κάθε καλοκαίρι, Ιούλιο – Αύγουστο ήμουν μαζί του στον Αγιο Νικόλαο. Εγώ είχα καθημερινή σχέση με το Νίκο Κούνδουρο. Δεν πήγαινα στη βίλα μια φορά στις τόσες, να φάμε… χοχλιούς και να φύγω. Ή για να τα πούμε και να βγάλω και είκοσι φωτογραφίες. Δεν ήταν αυτό… Ήταν, όπως στο σχολείο, που πας κάθε μέρα και λες, καλά, θα μπορούσα να τα διαβάσω όλα αυτά σε μια μέρα, δεν είναι ανάγκη να πηγαίνω. Ναι, αλλά αυτά, αν δεν «καθίσουν», αν δε γίνουν βίωμα, δεν μπορείς να καταλάβεις τίποτα… Είναι επιφανειακά, νομίζω…», μας είπε.
Τη ρωτήσαμε, τι είναι κατά την άποψή της, εκείνο που ξεχώρισε το Νίκο Κούνδουρο, ως άνθρωπο. Ήταν απόλυτη: «Η δικαιοσύνη του. Η αλληλεγγύη του. Το δόσιμό του… Χάριζε, χάριζε και δεν αξιολογούσε αποτιμώντας το καθετί που χάριζε στον άλλον».
Ζύγιζε, όμως, τα πρόσωπα που άφηνε να τον πλησιάζουν, δεν άφηνε τον καθένα, της είπα. Απάντησε: «Αν δεν λειτουργούσες στο ίδιο μήκος κύματος, δεν μπορούσες να τον καταλάβεις… Νόμιζες ότι ήταν ένας αυστηρός, κακός, ενώ ήταν ο πιο τρυφερός άνθρωπος, χωρίς να κάνει το κοινότυπο, δηλαδή να δηλώνει την τρυφερότητά του. Την έκανε πράξη, δεν ήταν λόγια, να πει.. αχ τι καλός που είσαι συ ή ότι κάτι ήταν πολύ ωραίο… Αν ήταν καλό, αν ήταν ωραίο, θα σε τιμούσε με τη φιλία του. Αλλά δεν τιμούσε μόνο εκείνον που ήξερε, που ήταν σπουδαίος ή διάσημος, αλλά και αυτόν, τον άλλον, τον αξιολύπητο, τον απλό, τον αγαθό, όμως αληθινό και αυθεντικό…», κατέληξε η Αννα Βοργία.
Στην παρουσίαση του βιβλίου, που ήταν μια γιορτή η οποία ισορρόπησε μεταξύ χιούμορ και βαθιάς συγκίνησης, παρέστησαν, ο γιος του Νίκου ο Σήφης Κούνδουρος, ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Νίκος Σηφουνάκης, ο εκδότης Β. Χατζηικαώβου, ο σκηνοθέτης-εκδότης Γιάννης Σολδάτος, οι σκηνοθέτες Β. Μπόντας και Λάκης Παπαστάθης, η τραγουδοποιός Μαρίζα Κωχ, ο κινηματογραφιστής Νίκος Καβουκίδης, ο γλύπτης Χαράλαμπος Γκούμας, ο δημοσιογράφος – εικαστικός Θανάσης Λάλας, οι τραγουδιστές Νάντια Καραγιάννη, Γιώργης Χριστοδούλου, οι ηθοποιοί Δέσποινα Μοίρου, Έφη Βενιανάκη, Χάρις Συμεωνίδου κ.α.
Η συγγραφέας, που τόσα καλοκαίρια πέρασε στον Αγιο Νικόλαο, απαντώντας στην ερώτησή μου, αν θα την ενδιέφερε να παρουσιάσει το βιβλίο και να μιλήσει για τα βιώματά της με το Νίκο Κούνδουρο όλα αυτά τα χρόνια που συνεργάστηκαν, δήλωσε ενθουσιώδης ως προς την ιδέα και πρότεινε αυτό να συνδυαστεί με μια επέτειο, είτε την ημέρα των γενεθλίων του είτε με το κλείσιμο των 4 χρόνων από τότε που έφυγε, το Φεβρουάριο, ως ένα πνευματικό μνημόσυνο.
ΝΙΚΟΣ ΤΡΑΝΤΑΣ